Το 1991, ο Vanilla Ice εμφανίστηκε στο «Arsenio Hall Show” για μια συνέντευξη που, εκ των υστέρων, κατάφερε να κατακτήσει μια ιδιαιτέρως “κακή φήμη”. Από τη στιγμή που η σμαραγδοπράσινη φόρμα του προσκεκλημένου άγγιξε τον καναπέ, η συμπεριφορά του Αρσένιο ήταν δεικτική, επιθετική και αμείλικτη. Ο Hall προσέγγισε το “λευκό ραπ φαινόμενο” όπως ένας καρχαρίας την μυρωδιά του αίματος, ρωτώντας τον εξονυχιστικά για το παρελθόν του, το χορό του, τις σχέσεις του με άλλους ράπερ και πολλά άλλα. Έξι λεπτά από την έναρξη της συνέντευξης, o Αρσένιο πήγε για την ευαίσθητη χορδή:
«Ξέρω ότι πολλοί μαύροι ράπερ εκεί έξω είναι μάλλον θυμωμένοι, επειδή μερικοί από τους λευκούς τύπους που ξεφωνίζουν όταν είσαι στη σκηνή δεν αγοράζανε ραπ μέχρι να βγεις εσύ… μέχρι να δουν δηλαδή ένα πρόσωπο στο χρώμα της βανίλιας στο εξώφυλλο του άλμπουμ …“
Παραδόξως, η απάντηση του Vanilla Ice φάνηκε να κερδίζει το ακροατήριο του στούντιο εκείνο το βράδυ, προκαλώντας το ακόμα και να αποδοκιμάσει τον οικοδεσπότη του σόου. «Δεν φταίω εγώ γι αυτό», είπε. “Μήπως έχω κάνει εγώ κάτι για το οποίο πρέπει να απολογηθώ; Όχι … Είτε μου αρέσει είτε όχι, βοηθάει το ραπ να ανέβει. Το ραπ είναι εδώ για να μείνει.“
Ήταν μια υπεραπλούστευση ενός περίπλοκου ζητήματος, αλλά ήταν επίσης ένα δύσκολο επιχείρημα για να κοντράρεις εκείνη την εποχή. Ο Rob Van Winkle, έχοντας μόλις κυκλοφορήσει το πρώτο hip-hop single που κατάφερε να αγγίξει την κορυφή των charts του Billboard, δεν ήταν μάνατζερ ή στέλεχος δισκογραφικής εταιρείας: ήταν απλά ένας τύπος που έκανε ραπ τραγούδια και χόρευε με λαμπερά κοστούμια. Διάολε, ο ίδιος ήταν οπαδός των Public Enemy! Το 1991, οι νέοι καλλιτέχνες δεν είχαν ιδιαίτερο έλεγχο πάνω στον τρόπο που παρουσιάζονταν ή “καταναλώνονταν”, και το κοινό δεν προσδοκούσε απ’ αυτούς να έχουν σώνει και ντε σαφείς θέσεις για τον τρόπο με τον οποίο στέκονταν πάνω σε διάφορα κοινωνικο-οικονομικά θέματα.
Πάνω από δύο δεκαετίες αργότερα, τα ερωτήματα για το τι γίνεται με το “λευκό προνόμιο” στη ραπ μουσική, και ποιες είναι οι ευθύνες ενός λευκού ράπερ απέναντι στις πολιτισμικές ρίζες της τέχνης του, παραμένουν καυτά. Ο ρατσισμός στην Αμερική εξακολουθεί να είναι στην πρώτη γραμμή των ειδήσεων και των συνειδήσεών μας, ενώ οι καλλιτέχνες είναι, οι ίδιοι, πλέον υπεύθυνοι για την καθημερινή διοχέτευση πληροφοριών, μέσω των social media. Ως εκ τούτου, η ένταση που ξεκίνησε από τον Arsenio Hall και τον Vanilla Ice εξακολουθεί να μαίνεται, και γεγονότα όπως η συνέντευξη της Azealia Banks στον Hot 97 τον δεκέμβρη του ’14, ή οι διαμάχες περί των Iggy Azalea και Macklemore, είναι κάποιες μόνο απ’ τις ενδείξεις ότι ο τόνος έχει μόνο ενταθεί.
Επίσης, πρόσφατες viral επιτυχίες όπως του Watsky («Pale Kid Raps Fast”) και του Mac Lethal («white kid raps fast!») δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν πίσω από την προ 15ετίας υπεράσπιση του Vanilla Ice. Οι ίδιοι σκόπιμα ονόμασαν τα βίντεό τους έτσι, ώστε να εκμεταλλευτούν την ιδιαιτερότητα της λευκότητάς τους, και σε μεγάλο βαθμό αυτό ακριβώς εξαργύρωσαν. Η viral φήμη και η αναγνώριση από την κυρίαρχη τάση της ποπ κουλτούρας γρήγορα ακολούθησαν, την ίδια στιγμή που εξίσου ταλαντούχοι μαύροι καλλιτέχνες έμεναν απαρατήρητοι από την αγορά. Δεν γνωρίζω εάν η Ellen DeGeneres έχει ακούσει ποτέ της τον Tech N9ne, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι σαφές ότι καλεσμένος στην εκπομπή της δεν έχει υπάρξει ποτέ. Οι rappers φέρουν πλέον, οι ίδιοι, μεγαλύτερη ευθύνη για το πώς “πακετάρουν” τον εαυτό τους, και ως εκ τούτου τα ερωτήματα που να αφορούν την θέση τους απέναντι σε ζητήματα φυλετικής προκατάληψης είναι δεδομένα.
Όντας λευκός ράπερ, έχω κολυμπήσει στα συγκεκριμένα νερά για κάμποσα χρόνια. Όταν άρχισα να εμφανίζομαι στη Νέα Υόρκη το 1999, σχεδόν αμέσως συνάντησα στελέχη της Def Jam που αναζητούσαν ανυπόμονα “τον επόμενο Eminem.” Γρήγορα κατάλαβα πως εκεί υπήρχε μια ανοιχτή πόρτα που θα μπορούσα να δοκιμάσω να περπατήσω μέσα – πράγμα που μου επιβεβαίωσαν ενθουσιωδώς διάφοροι μανάτζερ σε ένα ιδιωτικό πάρτι των μάνατζερ της Def Jam όπου είχα προσκληθεί για να παίξω, μετά από λίγες μόλις δημόσιες εμφανίσεις μου στο Nuyorican Cafe.
Χρόνια αργότερα, βρήκα τον εαυτό μου τσατισμένο να αναγκάζεται να αντιμετωπίσει λευκούς “συνάδελφους” ράπερς πρόσφατα, στο Soundset φεστιβάλ, τον περασμένο Μάιο στη Μινεάπολη. Καθώς κινούμουν ανάμεσα στα stage, πέρασα δίπλα από τον (λευκό) dj του Yelawolf στον χώρο των VIP, και έμεινα έκπληκτος όταν τον είδα να φοράει ένα καπέλο με την ομόσπονδη σημαία* σε αυτό. Η ιδέα ότι θα το φοράει όταν έπαιζε, όντας ένας λευκός καλλιτέχνης σε ένα hip-hop φεστιβάλ, μου προκάλεσε αηδία. Έμαθα αργότερα ότι στο παρελθόν κι ο ίδιος ο Yelawolf είχε εμπλακεί σε διαμάχες σε σχέση με την χρήση της συγκεκριμένης σημαίας.
Αλλά κάνουν αυτοί οι καλλιτέχνες κάποιο λάθος; Μήπως περιμένω υπερβολικά πολλά απ’ αυτούς, μήπως γίνομαι «υπερευαίσθητος» σε σχέση με τα συγκεκριμένα ζητήματα; Ίσως παραμένω προσκολλημένος σε μια παλιά ηθική της ραπ μουσικής που δεν υπάρχει πια. Έχει περάσει πολύς καιρός από τη διάσημη δήλωση του Chuck D, ότι το hip-hop ήταν «το CNN του μαύρου λαού.” Και τέλος πάντων, τι περιμένω να κάνει / να πεί ένας λευκός ράπερ σε σχέση με τη φυλετική πολιτική στην Αμερική;
Έχοντας παλέψει με αυτά τα ζητήματα στη δική μου καριέρα, αλληλεπιδρώντας με τη δική μου βάση των “οπαδών”, και έχοντας εξετάσει το ζήτημα από διαφορετικές οπτικές, νομίζω πως ξέρω: Περιμένω απ’ τους λευκούς ράπερ να είναι υπόλογοι για τα προνόμια που τους προσφέρει η λευκότητα τους, όπως και το να έχουν μια ανοιχτή, διαρκή συζήτηση σχετικά με τέτοια ζητήματα με τους λευκούς οπαδούς τους.
Περιμένω αυτό γιατί, τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο, θα συναντήσω κάποιον τύπο που θα μου πει πως η μουσική μου είναι “πιο ευφυής” από “τα περισσότερα από αυτά που ακούς εκεί έξω.” Ή έναν που θα σου κουδουνίσει μια λίστα με τους αγαπημένους του ράπερ και απ’ αυτή καταφανώς θα λείπουν μαύροι mcs. Ξέρω ότι δεν είμαι ο μόνος που το έχει αισθανθεί αυτό, και πιστεύω ότι το να μη βάζεις μια κόντρα και να ανέχεσαι τέτοιου είδους δηλώσεις από ανθρώπους που ακολουθούν πιστά την μουσική σου, επωφελούμενος από την υποστήριξή τους, μου φαίνεται ότι είναι ένας ακόμα τρόπος να στηρίξει κάποιος την διαιώνιση της ρατσιστικής λευκής κυριαρχίας.
Αν το ραπ μου είναι έξυπνο, είναι επειδή μεγάλωσα ακούγοντας μαύρους καλλιτέχνες όπως ο KRS-One και ο Chuck D. Αν είναι ποιητικό, είναι επειδή επηρεάστηκα απ’ τους De La Soul και Scarface. Έμαθα την μηχανική της ραπ απομνημονεύοντας στίχους του Biggie και του Νas. Σχεδόν όλα όσα οι λευκοί “οπαδοί” μου γουστάρουν σήμερα στην τέχνη και τις ικανότητές μου, είναι πράγματα που έχω δανειστεί και μάθει από μαύρους καλλιτέχνες πολλά χρόνια νωρίτερα. Επειδή είμαι λευκός, είναι πιο πιθανό να ταυτιστούν με μένα και τη μουσική μου λευκοί. Το αποτέλεσμα; Λευκοί ράπερς είναι πιο πιθανό να βρεθούν σε δωμάτια γεμάτα από λευκούς οπαδούς, οι οποίοι έχουν έρθει για να ακούσουν ραπ, με ποικίλες αντιλήψεις για την μαύρη καταγωγή του. Αυτοί οι λευκοί φανς είναι επίσης πιθανόν να εκπροσωπούν και να βιώνουν όλο το φάσμα του λευκού προνομίου, της λευκής καφρίλας, του λευκού ρατσισμού.
Στο τέλος, είτε το αναγνωρίζουν είτε το αγνοούν, μόνο ένας ηλίθιος θα προσπαθούσε να το αρνηθεί: Οι λευκοί ράπερ είναι καταδικασμένοι κάποια στιγμή να έχουν και κάποιους ρατσιστές λευκούς οπαδούς. Το ερώτημα που πρέπει τελικά να απαντήσουν στη συνέχεια είναι «Είμαι εντάξει με το να ραπάρω για τύπους με ρατσιστικές αντιλήψεις, βοηθώντας τους να συντηρούν τις ρατσιστικές ιδέες τους μέσω της τέχνης μου, και την ίδια στιγμή να επωφελούμαι από την υποστήριξή τους;“
Όταν άρχισα να αναρτώ στη σελίδα μου στο Facebook πράγματα για το κίνημα #BlackLivesMatter, άρχισα έναν διαρκή διάλογο με τους φανς που με ανάγκασε να διαφωνήσω με μεγάλο τμήμα τους, καθώς και από μια οπτική να “χάσω” έναν αριθμό από αυτούς. Γνωρίζω πολύ καλά ότι ο ιδανικός τρόπος για να αναπτυχθεί μια βάση κοινού που σε παρακολουθεί είναι να τους δίνεις όσο το δυνατόν λιγότερες πραγματικές πληροφορίες για σένα, με τους One Direction να αποτελούν το ιδανικό μοντέλο επιτυχίας. Πες τους το αγαπημένο σου χρώμα, αλλά όχι τη στάση σου σχετικά με τα δικαιώματα των LGBT. Κάντε τους να νομίζουν ότι σε “ξέρουν”, αλλά δώστους όσο το λιγότερο “διχαστικές” πληροφορίες γίνεται. “Όταν μιλάς για πολιτική, τότε χάνεις το μισό κοινό σου», λέει η συνήθης συμβουλή. Πολλές φορές έχω μπει στον πειρασμό να απαντήσω: “Ναι, το σκατένιο μισό“.
Δίκαιη προειδοποίηση: θα μπλέξεις με διάφορες βλακείες όταν το κάνεις αυτό. Το status σου θα κοινοποιείται από εκατοντάδες οπαδούς, των οποίων οι θείοι και θείες, πιθανόν τα παρακολουθούν και θα ορμήξουν στη συζήτηση με κάθε είδους μαλακισμένα σχόλια και ρατσιστικά gif. Θα πρέπει να εξηγήσεις τα πράγματα πολλές φορές, και θα σου πουν ότι οι απόψεις σου σου “στερούν” οπαδούς της τέχνης σου.
Αν επιμείνεις όμως, διάφορα θαυματουργά πράγματα μπορεί να αρχίσουν να συμβαίνουν. Κάποιος θα αναφέρει πως “#AllLivesMatter” στα σχόλια σας, και ίσως έχεις την τύχη να παρακολουθήσεις μια “λεγεώνα” τύπων που γουστάρουν την μουσική σου να έχουν έναν εποικοδομητικό διάλογο και να ανατρέπουν επιτυχημένα τον σχολιαστή, προτού καν κάτσεις εσύ να ασχοληθείς μ’ αυτό. Θα έχεις δώσει δύναμη σ’ αυτούς που αντιστέκονται ενεργά στη λευκή κυριαρχία, και σ’ εκείνους που προσπαθούν να εκπαιδεύσουν ο ένας τον άλλον για το σημαίνει η έννοια του προνομίου και γιατί είναι πρόβλημα. Η κοινότητα των ανθρώπων που σ ακούνε μπορεί να αποτελέσει κι ένα μέρος όπου οι λευκοί άνθρωποι μιλούν μεταξύ τους για θέματα που έχουν να κάνουν με την φυλή με εποικοδομητικό τρόπο, μια απ’ τις πιο σημαντικές ενέργειες που μπορούν να λάβουν χώρα στον αγώνα ενάντια στον συστημικό και κοινωνικό ρατσισμό.
Κατά αυτή την έννοια, οι λευκοί rappers μπορεί να είναι είτε μέρος του προβλήματος είτε μέρος της λύσης. Έχοντας στο νου το γεγονός ότι κερδίζουμε το ψωμί μας από μια μαύρη μορφή τέχνης την οποία υιοθετήσαμε τόσο πρόσφατα, το να είμαστε μέρος της λύσης (και να στέλνουμε στο διάολο τα καπελάκια με την γαμημένη την ομόσπονδη σημαία) είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε.
* H ομόσπονδη σημαία είναι παιδί του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, πιο συγκεκριμένα στρατευμάτων που πολεμούσαν με την πλευρά των νοτίων στη βόρεια Βιρτζίνια. Χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα σε διάφορες πολιτείες, ως στοιχείο πατριωτικής περηφάνιας των νότιων ΗΠΑ. Αποτελεί αγαπημένο φετίχ αμερικανών ρατσιστών και φασιστών, σαν χαιρετισμός στην εποχή του δουλείας των μαύρων πληθυσμών της βόρειας αμερικής.