ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ | Oι “ρίζες” της εποχής / Βee Sting / Κλούβες, κλουβιά και φασιστοϊδανικά / Now Sports: μαχαίρια και μαφίες / Ελληνοτουρκικά: από το ενιαίο αμυντικό δόγμα στην ΑΟΖ: i)Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση ii) Ζώνες (οικονοµικής εκµετάλλευσης) στους λαιµούς µας / Το AIDS σαν επιχείρηση / Ινδία: Σώματα – πεδία μάχης / Big Data / Κάτω στην πόλη

+ ένθετο: Ferguson, ένα κίνημα γεννιέται

*Το
antifa BARRICADA θα το βρεις σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, στο βιβλιοπωλείο του Ναυτίλου (σόλωνος και χ. τρικούπη), στo solaris (κέντρο αθήνας) και στα περίπτερα της πλατείας εξαρχείων (στουρνάρη και σπ. τρικούπη) και της πλατείας κάνιγγος(στην αρχή της ακαδημίας).
Για επικοινωνία ή παραγγελίες: barricadamag@yahoo.gr


i) Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση

Το «ενιαίο αμυντικό δόγμα» που ελέω αοζ έχει ξαναέρθει στην επικαιρότητα μας γυρίζει 20 χρόνια πίσω, στην ηρωική για τους έλληνες δεκαετία του ’90. Ήταν τότε που οι ελληνικές ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες είχαν απογειωθεί και η πτώση του ανατολικού μπλοκ είχε ανοίξει την όρεξη των ελλήνων. Το πρώτο μισό της δεκαετίας το ελληνικό κράτος έβαλε μπροστά με όλες τις δυνάμεις του το σχέδιο διαμελισμού του νεοσύστατου κράτους της Μακεδονίας. Ανάμεσα όμως στις κραυγές για την ελληνικότητα της μακεδονίας και τις κατάρες για τους «γυφτοσκοπιανούς», οι έλληνες δεν έπαψαν να έχουν το ένα μάτι στραμμένο στα ανατολικά, στον προαιώνιο εχθρό. Οι φαντασιοπληξίες περί «μουσουλμανικού τόξου» και υποστήριξης των υποτιθέμενων βόσνιων «μουτζαχεντίν» από τους τούρκους δούλευαν κυρίως ιδεολογικά για την εδραίωση της ελληνοσερβικής φιλίας και τη νομιμοποίηση του νέου «μακεδονικού αγώνα». Στην πράξη όμως αποτελούσαν προβολή των ελληνικών ευσεβών πόθων για τον βασικό τους αντίπαλο στην περιοχή.

Το 1995 η συμφωνία του Ντέιτον, το μοίρασμα της Βοσνίας και η άφιξη των «ειρηνευτών» αμερικάνων έβαλε τελεία στο γιουγκοσλαβικό σφαγείο και μαζί στα όνειρα των ελλήνων για εδαφική επέκταση. Ακόμα κι έτσι οι έλληνες ήταν από τη μεριά των νικητών: με συμμετοχή στην ειρηνευτική δύναμη που εγκαταστάθηκε στη βοσνία και μ’ αέρα στα πανιά της οικονομικής διείσδυσης. Όμως η χαλύβδινη εθνική ενότητα που είχε χτιστεί τα προηγούμενα τρία χρόνια δεν θα μπορούσε να αρκεστεί σ’ αυτό. Το κράμα φραγκάτου lifestyle, εθνικού «τσαμπουκά» και μικροαστικού νεοπλουτισμού στις πλάτες των μεταναστών, ήταν το καλύτερο υπόβαθρο για νέες περιπέτειες. Ο εχθρός έδειχνε πιο ευάλωτος από ποτέ: στο ρευστό μεταψυχροπολεμικό τοπίο, με τις αλλαγές συνόρων και την ανακήρυξη νέων κρατών στην ημερήσια διάταξη, η Τουρκία ήταν υποψήφια για διάλυση. Αυτό που σήμερα μοιάζει με ακραίο σενάριο, βγαλμένο από εξώφυλλο εθνικιστικής φυλλάδας, ήταν τότε αξιόπιστη πρόβλεψη της cia και σοβαρών think tanks. Και το ελληνικό κράτος όχι μόνο ήλπιζε σε κάτι τέτοιο, αλλά είχε ετοιμάσει και το κατάλληλο σχέδιο.

“Ενιαίο αμυντικό δόγμα”: περικυκλώνοντας την Τουρκία.
Ήδη από το 1993 οι έλληνες καραβανάδες είχαν διατυπώσει και υιοθετήσει αυτό που έγινε γνωστό ως «ενιαίο αμυντικό δόγμα», το οποίο προέβλεπε τη στρατηγική ενοποίηση της συνοριακής νοητής γραμμής που συνδέει τη Θράκη, τα νησιά του Αιγαίου και την Κύπρο. Μ’ άλλα λόγια επρόκειτο για την πολιτικοστρατιωτική επέκταση της παρουσίας του ελληνικού κράτους στην ανατολική μεσόγειο, με κέντρο και όχημα την κύπρο. Ήταν η ελληνική απάντηση στο υποτιθέμενο «μουσουλμανικό τόξο» και στην ουσία το ενιαίο αμυντικό δόγμα ήταν το ψευδώνυμο του σχεδίου περικύκλωσης της Τουρκίας. Αυτή η περικύκλωση θα οδηγούσε μέσα από μικρούς ή μεγάλους πολέμους και διεθνείς επεμβάσεις ακόμα και στην επιστροφή των ελλήνων στη μικρά ασία, έστω και σαν ειρηνευτές. Από την ελληνική πλευρά το σχέδιο αυτό είχε τρεις βασικές πλευρές και πολλές πρακτικές συνέπειες.
Πρώτ’ απ’ όλα στο διπλωματικό επίπεδο, βασική προτεραιότητα ήταν η διεθνοποίηση των ελληνοτουρκικών διαφορών και ειδικά του κυπριακού και η προώθηση της ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για να γίνει αυτό θα έπρεπε να παρακαμφθούν (όπως και έγινε τελικά) οι συμφωνίες Ζυρίχης/Λονδίνου που προέβλεπαν ότι η κύπρος μπορεί να ενταχθεί σαν ενιαίο κράτος μόνο σε διεθνείς οργανισμούς όπου συμμετέχουν οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις (Ελλάδα, Μεγάλη Βρετανία, Τουρκία). Ταυτόχρονα η Ελλάδα υπονόμευε τη (μακρά) ενταξιακή διαπραγμάτευση της Τουρκίας, έργο στο οποίο είχε συμμάχους και στην Ευρώπη. Η ελλάδα φρόντισε επίσης να υπογράψει το 1994 τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, που της έδινε το δικαίωμα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα από τα έξι στα δώδεκα ναυτικά μίλια. Η τουρκία απάντησε με το περίφημο casus belli, διακηρύσσοντας ότι οποιαδήποτε τέτοια επέκταση θα είναι αιτία πολέμου και βασίστηκε όχι μόνο στο γεγονός ότι η ίδια δεν είχε υπογράψει τη συμφωνία, αλλά και στις διαφορετικές ερμηνείες που έχει αυτή. Πράγματι η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων θα σήμαινε ότι το 70% του Αιγαίου ανήκει πλέον στην Ελλάδα με αποτέλεσμα να μετατρέπεται σε κλειστή ελληνική λίμνη. Πέρα από την επέκταση των χωρικών υδάτων, που τελικά δεν έπραξε η ελληνική πλευρά, το διακύβευμα ήταν η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας που μπορεί να φτάνει μέχρι και 200 ναυτικά μίλια από τη στεριά.
Το ενιαίο αμυντικό δόγμα ήταν όμως κάτι παραπάνω από διπλωματικό χαρτί και σχέδιο επί χάρτου. Η υλοποίησή του προέβλεπε την ποιοτική και ποσοτική ενίσχυση της κυπριακής Εθνικής Φρουράς από τους έλληνες, τον συντονισμό των επιτελείων, τη δημιουργία κατάλληλων επιχειρησιακών υποδομών (με βασική την αεροπορική βάση της Πάφου) και  κοινές ασκήσεις. Μια τέτοια άσκηση ήταν κι η επίσημη πρεμιέρα του δόγματος το 1994, οπότε και καθιερώθηκαν οι ετήσιες διακλαδικές ασκήσεις Νικηφόρος/Τοξότης, που επεδείκνυαν τις ελληνικές στρατιωτικές δυνατότητες και προσομοίωναν τις συνθήκες μιας πιθανής σύγκρουσης με την Τουρκία. Για να ενισχυθεί αυτή ακριβώς η δυνατότητα, ξεκίνησε ένα γιγαντιαίο εξοπλιστικό πρόγραμμα που έμεινε γνωστό (εκτός από τις μίζες) για την προμήθεια των περιφημων ρώσικων πυραύλων S-300, τους οποίους σκόπευαν να τοποθετήσουν στην Κύπρο.
Τέλος, υπήρχε και η μυστική ή τουλάχιστον ανεπίσημη πλευρά του σχεδίου που αφορούσε τις διεθνείς συμμαχίες του ελληνικού εθνικού κορμού. Σ’ αυτό το πλαίσιο εντασσόταν η συμμαχία με την Συρία και η υποστήριξη στα αιτήματα των αρμένιων, όπως η αναγνώριση της γενοκτονίας από τους τούρκους και κυρίως η φανερή και υπόγεια στήριξη του κούρδικου αυτονομιστικού κινήματος και του PKK. Η στρατηγική αυτή αποτυπώθηκε στο σύνθημα «η ειρήνη στο Αιγαίο περνάει από τα βουνά του Κουρδιστάν», που εννοούσε ότι όσο οι Τούρκοι πιέζονταν στο εσωτερικό τους από το αντάρτικο, θα δυσκολεύονταν να ανταπεξέλθουν σε ένα δεύτερο μέτωπο στα δυτικά παράλιά τους. Η στήριξη του ελληνικού κράτους (και ειδικά του βαθέος κράτους) ήταν πολύπλευρη με επισκέψεις απόστρατων σε στρατόπεδα στο Κουρδιστάν, με φιλοξενία στελεχών στην ελλάδα, οικονομική βοήθεια κ.ο.κ. Ο βρετανικός observer έφτασε να μιλήσει εκείνη την εποχή για δίκτυο που περιλάμβανε το PKK, τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες και τη 17Ν.

Το δόγμα στην πράξη και τα θερμά επεισόδια
Το σχέδιο έμελλε να δοκιμαστεί στην πράξη μόλις δύο μήνες μετά τη συμφωνία του Ντέιτον. Τον Ιανουάριο του ’96, οι έλληνες προσπάθησαν με την προβοκάτσια στα Ίμια να προκαλέσουν την αντίδραση της Τουρκίας, για να αποδειχτεί έτσι η «προκλητικότητά» της και να επέμβουν υπέρ των ελλήνων οι διεθνείς ειρηνευτές. Προσπάθησαν επίσης να κατοχυρώσουν καθεστώς υφαλοκρηπίδας για συγκεκριμένες βραχονησίδες. Η προβοκάτσια απέτυχε, αφού το θερμό επεισόδιο δεν εξελίχτηκε όπως περίμεναν οι έλληνες και η παρέμβαση των αμερικάνων έδωσε στους υπερπατριώτες την ευκαιρία να μιλήσουν για προδοσία και αμερικανόδουλη κυβέρνηση.
Το ενιαίο αμυντικό δόγμα μόλις είχε ξεκινήσει όμως. Και το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς η στρατηγική της έντασης μεταφέρθηκε στο κυπριακό έδαφος, ενώ ταυτόχρονα η κρίση των Ιμίων έδωσε την απαραίτητη νομιμοποίηση για την έγκριση του τεράστιου εξοπλιστικού προγράμματος που ολοκληρώθηκε το 2001 και κόστισε 4 τρισεκατομμύρια δραχμές (14 δις. Ευρώ). Οι πύραυλοι S-300 που αγοράστηκαν από τους Ρώσους, αποτέλεσαν ένα βασικό σημείο τριβής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τελικά εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη. Για αντάλλαγμα, στο κυπριακό έδαφος τοποθετήθηκαν οι επίσης ρώσικοι πύραυλοι TOR-M1. Οι πύραυλοι προορίζονταν για την αεροπορική βάση της Πάφου στην κύπρο, που ήταν και η πρώτη στρατιωτική βάση που φτιάχτηκε στο νησί. Οι έλληνες δεν έκρυβαν ότι από αυτή τη βάση θα μπορούσαν να πλήξουν στόχους στην ανατολική τουρκία που μέχρι τότε ήταν έξω από το βεληνεκές της πολεμικής αεροπορίας.
Η βάση της Πάφου ή οι S-300 ήταν βασικά κομμάτια στο παζλ του ενιαίου αμυντικού δόγματος κι αυτό που έπρεπε να δοκιμαστεί σε πραγματικές συνθήκες, ήταν το αν αυτός ο χώρος είναι πράγματι ενιαίος, αν δηλαδή τα ελληνικά αεροπλάνα είναι σε θέση να επιχειρούν μέχρι την Κύπρο. Το μεγαλύτερο σχετικό τεστ έγινε τον Οκτώβριο του ’97 κατά τη διάρκεια της άσκησης Νικηφόρος/Τοξότης, οπότε κι έγιναν οι σκληρότερες εικονικές αερομαχίες από το 1974 με συμμετοχή 220 αεροσκαφών κι από τις δύο χώρες. Ένα επιπλέον διακύβευμα των εμπλοκών αυτών ήταν η παγκοσμίως πρωτότυπη κίνηση των ελλήνων να επεκτείνουν τον εθνικό εναέριο χώρο τους στα 10 ναυτικά μίλια (και όχι στα 6 που παρέμειναν τα χωρικά ύδατα). Σ’ αυτά τα 4 επιπλέον ν.μ. πραγματοποιούνταν και οι περισσότερες «παραβιάσεις» τα χρόνια εκείνα, που στα μήντια της εποχής ήταν η καλύτερη απόδειξη της τούρκικης «προκλητικότητας».
Τους μήνες που ακολούθησαν και εν μέσω διπλωματικής κινητικότητας και εκατέρωθεν απειλών, άρχισε να φαίνεται ότι (για λόγους που δεν μπορούμε να αναλύσουμε εδώ) η διάλυση της Τουρκίας θα παραμείνει ένα απατηλό ελληνικό όνειρο. Οι μεγάλες δυνάμεις είχαν πια άλλα σχέδια και ο ελληνικός ιμπεριαλισμός θα έπρεπε να περιορίσει τις φιλοδοξίες του. Το κωμικοτραγικό τέλος της υπόθεσης Οτσαλάν στις αρχές του ’99 σφράγισε συμβολικά αυτήν την περίοδο, αλλά το πάγωμα του ενιαίου αμυντικού δόγματος δεν ισοδυναμούσε με ήττα. Το 1999 άλλωστε ήταν η χρονιά που επικυρώθηκε η διαδικασία ένταξης της Κύπρου στην ε.ε. με την ταυτόχρονη άρνηση καθεστώτος ένταξης για την Τουρκία.
ii) Ζώνες (οικονοµικής εκµετάλλευσης) στους λαιµούς µας

Μετά τη συνοπτική παρουσίαση των ελληνικών ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων κατά τη δεκαετία του 1990, η οποία και προηγήθηκε, θα έχει γίνει σαφές πως η εγχώρια αφήγηση περί της αδιάλειπτης «τουρκικής επιθετικότητας» περιγράφει πολύ λιγότερη απ’ τη μισή αλήθεια. Το ελληνικό κράτος, το πολιτικό του προσωπικό, οι μηχανισμοί και οι φασίστες τους ονειρεύονταν, σχεδίαζαν και έστηναν ένα σκηνικό έντασης στο Αιγαίο και την νοτιοανατολική Μεσόγειο, που θα μπορούσε να έχει και στρατιωτικές προεκτάσεις πλήρους κλίμακας. Η απέναντι μεριά κατά κύριο λόγο ακολουθούσε, απαντώντας στις προκλήσεις –καπιταλιστικό κράτος είναι άλλωστε κι η Τουρκία με τον ιμπεριαλισμό και τον εθνικισμό που της αντιστοιχεί. Όμως επειδή ζούμε απ’ αυτή τη μεριά του Αιγαίου, ο εχθρός μας είναι εδώ: είναι τα ντόπια αφεντικά, το κράτος τους και η εθνο-πρέζα που σπρώχνουν – ειδικά σε τέτοιους καιρούς.
Mέσα στο περιβάλλον της κρίσης λοιπόν, το ελληνικό κράτος επιδιώκει να ανακτήσει το γεωπολιτικό εκτόπισμα που απώλεσε τα τελευταία χρόνια (ακόμα και πριν τα τρισκατάρατα μνημόνια), αφότου βίωσε ένα είδος “τρόμου του κενού” και σ’ αυτό το επίπεδο1. Η εσωτερική πολιτική/κοινωνική ένταση και κατά περίπτωση οι ένοπλες συγκρούσεις που έχουν παγιωθεί πλέον σε μια σειρά χώρες της ευρύτερης περιοχής (Αίγυπτος, Συρία/Ιράκ, Λιβύη και σταθερά η Παλαιστίνη) αλλά και οι συνεχείς γεωπολιτικές ανακατατάξεις, αποτελούν χρυσή ευκαιρία για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Κι απ’ τη στιγμή μάλιστα που το τουρκικό κράτος ολοκλήρωσε την αντι-ισραηλινή του στροφή και κατόπιν στήριξε ανοιχτά τις οργανώσεις και τα κινήματα της “αραβικής άνοιξης” (από τις αρχές του 2011), οι έλληνες δεν είχαν παρά να κάνουν τις ακριβώς αντίθετες επιλογές συμμαχιών και να περιμένουν ανατροπές συσχετισμών. Κάπως έτσι συνέβη οι συνομιλητές του ελληνικού κράτους στην περιοχή τα τελευταία χρόνια να είναι μόνο καραβανάδες, δικτάτορες και γενικώς σφαγείς και χασάπηδες. “Δείξε μου τους φίλους σου…”.
Επί του παρόντος και μέσα σ’ αυτό το ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον φαίνεται πως αυτές οι συμμαχίες αποδίδουν. Για παράδειγμα, οι τριμερείς επαφές Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου σε επίπεδο αρχηγών κρατών τον περασμένο Νοέμβριο, ενδεχομένως να βάζουν μερικές καλές υποθήκες για τους έλληνες και τους ελληνοκύπριους (ε/κ). Σε πρώτο χρόνο και στο επίπεδο των διακηρύξεων, η Αίγυπτος φαίνεται να ευννοεί την ελληνική και ε/κ εθνική γραμμή για τον περιορισμό των τουρκικών φιλοδοξιών στην νοτιοανατολική Μεσόγειο, μέσω της κοινής τριμερούς διαπραγμάτευσης για τα όρια της ΑΟΖ των τριών κρατών. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως η αιγυπτιακή πλευρά φέρεται να δέχεται πως η ελληνική και η ε/κ ΑΟΖ εφάπτονται στην νοτιοανατολική Μεσόγειο και συνορεύουν στα νότια με την αιγυπτιακή, χωρίς κάπου ανάμεσα να μεσολαβεί η τουρκική. Αυτό βέβαιως δεν είναι καθόλου “ευγενικό” προς τους τελευταίους, ούτε και η περίσταση που διάλεξαν τα τρία κράτη να διακηρύξουν ανοιχτά αυτή την (προσωρινή;) σύμπτωση απόψεων, ανάμεσα σε μια σειρά συμφωνιών σε άλλα θέματα. Να είναι άραγε τυχαίο π.χ. ότι η συνάντηση συνέπεσε την ίδια περίοδο που έχει ενταθεί η αμερικανική πίεση προς την Τουρκία για τη στρατιωτική αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία;
Ελληνικές διπλωματικές επιτυχίες λοιπόν: υποτίθεται πως η ΑΟΖ είναι το νέο ελληνικό και ε/κ “υπερόπλο” -μετά την επέκταση των χωρικών υδάτων από τα 6 ναυτικά μίλια στα 12 καθώς και την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας, που ήταν τα αντίστοιχα όπλα κατά τη δεκαετία του 1990. Γιατί αν οι τούρκοι χαράζουν “γκρίζες ζώνες”2 στο Αιγαίο ήδη απ’ τη δεκαετία του ’90, οι έλληνες απαντάνε με τις δικές τους: σχεδιάζουν χάρτες που, απεικονίζοντας τους ευσεβείς τους πόθους, στριμώχνουν το τουρκικό κράτος αυστηρά στα μικρασιατικά και μεσογειακά του παράλια. Βέβαια κανείς σ’ αυτή τη χώρα δεν λέει πως ακόμα και με τις πιο διασταλτικές -και ευνοϊκές για τα ελληνικά συμφέροντα- ερμηνείες του διεθνούς δικαίου, οι ελληνικές επιδιώξεις θα μείνουν σκέτες ονειρώξεις. Γιατί η πικρή αλήθεια για τους έλληνες είναι πως η Διεθνής Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας καθώς και οι παρεμφερείς της συνθήκες, δεν έχουν συνταχθεί με κάποιους είδους ελληνοκεντρική στόχευση, ούτε έχουν σαν υπόδειγμα αναφοράς περίπλοκες γεωγραφικά και νομικά περιοχές όπως το Αιγαίο. Όπως είναι λογικό, τέτοιου είδους σύνθετες αρχιπελαγικές πραγματικότητες που περιλαμβάνουν νησιά που ανήκουν σε δύο ή/και περισσότερα κράτη καθώς επίσης και νησάκια, βραχονησίδες και ξέρες κάθε μεγέθους με αμφισβητούμενη κυριότητα, έχουν τόσο ιδιαίτερες παραμέτρους, που τις κάνουν προφανώς ακατάλληλες για την εξαγωγή γενικών κατευθύνσεων ως προς τα κυριαρχικά δικαιώματα και τις ΑΟΖ των παράκτιων κρατών. Ακόμα και η σχετική νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για μια σειρά ανάλογες περιπτώσεις που επιλύθηκαν δικαστικά, δε φαίνεται να “δικαιώνει” καθόλου τις ελληνικές επιδιώξεις3.
Όμως αυτή η ιδεολογία προσφέρεται αφειδώς και δωρεάν στους ιθαγενείς και είναι πολλοί διατεθειμένοι να την καταναλώσουν με εθνική υπερηφάνεια και μεγάλη χαρά. Σύμφωνα λοιπόν με τις αναλύσεις των εγχώριων think tanks, υποτίθεται πως η Τουρκία είναι “απομονωμένη” στην περιοχή και γι’ αυτό αντιδρά σπασμωδικά αυξάνοντας την ένταση στο Αιγαίο (με τις φρεγάτες και τα υποβρύχιά της) και την Κύπρο (όπου κάνει σεισμογραφικές έρευνες το πλοίο Barbaros). Αφήνοντας στην άκρη τα περί απομόνωσης, η τουρκική “απάντηση” υποδεικνύει με μελετημένο τρόπο τις αδυναμίες της ελληνικής “επιχειρηματολογίας”: στο μεν Αιγαίο έχει καθιερώσει τις βόλτες των τουρκικών πολεμικών στα διεθνή του ύδατα -που παρεμπιπτόντως φτάνουν 6 ν.μ. απ’ το Σούνιο και όλα τα ελληνικά παράλια- θέλοντας να δείξει εμμέσως πως αυτό το πέλαγος δεν είναι “ελληνική λίμνη”. Στη δε Κύπρο επιδιώκει να καταστήσει σαφές πως δεν θα επιτρέψει την συνέχιση της διπλωματικής απομόνωσης και “ομηρίας” του βόρειου τμήματος του νησιού, η οποία έχει κατά κόρον αξιοποιηθεί4 από τους ε/κ. Σε τελική ανάλυση υπενθυμίζει πως καμιά υποθαλάσσια εξόρυξη φυσικού αερίου (αν υποθέσουμε πως αυτός είναι ο ε/κ στόχος) δεν μπορεί να προχωρήσει μέσα σε συνθήκες απειλής “θερμού επεισοδίου”.
Θα περίμενε κανείς όλα τα παραπάνω να συγκροτούν έναν αντί-λογο στην ελληνική εθνική αφήγηση, όμως αυτό δεν συμβαίνει. Κι ένας απ’ τους βασικούς λόγους έχει να κάνει με το γεγονός πως ο ελληνικός ιμπεριαλισμός/εθνικισμός καταγράφει πολλούς κρυφούς και φανερούς φίλους σε όλο το καθεστωτικό πολιτικό φάσμα, όπως συμβαίνει και σε μια σειρά άλλα ζητήματα. Ειδικά η αριστερά-του-κράτους είναι τόσο εθνικά υπεύθυνη, που για χάρη της υπερήφανης ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ξεπερνάει κάτι “ζητηματάκια” που υπάρχουν με τους φίλους του ελληνικού κράτους: σχέσεις με δικτάτορες (Αίγυπτος) και συστηματικούς δολοφόνους των παλαιστινίων (Ισραήλ); Ναι γιατί όχι -αν είναι να γίνεται η δουλειά, ας μην το κάνουμε και θέμα. Άλλωστε δεν έχουν αυτοί το πρόβλημα. Εμείς το έχουμε, που ξεχάσαμε ή δεν μάθαμε ποτέ ότι η σοσιαλδημοκρατία έχει χρεωκοπήσει και ενοχοποιηθεί πολιτικά σαν στυλοβάτης των εθνικών συμφερόντων παντού, εδώ και ακριβώς έναν αιώνα. Από το 1914, με αιτία τότε έναν παγκόσμιο πόλεμο…

Σημειώσεις
1. Είναι άλλωστε γνωστό πως ο καπιταλιστικός οικονομικός δυναμισμός ποτέ στην ιστορία του ελληνικού ιμπεριαλισμού δεν αποτελούσε την κεντρικότερη αιχμή του. Αντίθετα τέτοια ήταν η διαπραγμάτευση της γεωπολιτικής του θέσης, η αξιοποίηση των «θερμών» συγκυριών στην περιοχή αλλά και διεθνώς, όπως επίσης και το γεγονός πως κατά το παρελθόν επέλεξε αρκετές φορές τις «σωστές» διακρατικές συμμαχίες στους παγκόσμιους πολέμους.

2. Με τον -ελληνικής εφεύρεσης- όρο “γκρίζες ζώνες” (που υποτίθεται όμως ότι αποδίδει την σχετική τουρκική επιχειρηματολογία) εννοούνται οι θαλάσσιες περιοχές κυρίως του ανατολικού Αιγαίου, όπου βρίσκονται βραχονησίδες αμφισβητούμενης κυριότητας, οι οποίες δεν έχουν καταγραφεί συγκεκριμένα και ονομαστικά στις διεθνείς συνθήκες που διέπουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οι έλληνες φυσικά υποστηρίζουν πως ήταν και είναι ελληνικές από πάντα.

3.
Περισσότερα για το όλο θέμα: Sarajevo 41, Ιούνης 2010, “Ζώνες αποκλειστικής εκμετάλλευσης: ο καπιταλισμός σε μεγάλο βάθος“· Sarajevo 48, Φλεβάρης 2011, “
Μπορεί η θάλασσα να πάρει φωτιά;” και η “Η μεγάλη ελλάδα 3.1· Sarajevo 49, Μάρτης 2011, “Νησιά με φίδια“.


4. Στο προηγούμενο κείμενο γράφουμε για την ξεκάθαρη παραβίαση των ιδρυτικών συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, που επέτρεψαν στο νοτιοκυπριακό κράτος να ενταχθεί στην ε.ε. χωρίς προηγουμένως να έχει υπάρξει λύση του Κυπριακού. Πάνω σε παρόμοιο μοτίβο συνεχίζουν τώρα οι ε/κ, αφού ανακήρυξαν ΑΟΖ και κάνουν γεωτρήσεις, ενώ κρατάνε το ζήτημα ανοιχτό με ξεκάθαρα δική τους υπαιτιότητα. Γι’ αυτό και ο Νταβούτογλου στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα απαίτησε «ίσα δικαιώματα για τους τ/κ στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου». Αλλιώς δεν έχει φυσικό αέριο…