*Εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια, η Ελλάδα είναι μια χώρα υποδοχής μεταναστών. Είναι μια χώρα που επωφελήθηκε πάρα πολύ από τους πολέμους, τις καταστροφές και τα ερείπια γύρω της: πρώτα στα Βαλκάνια και την ανατολική Ευρώπη και ύστερα στην Ασία και την Αφρική. Το ελληνικό κράτος εδώ και είκοσι χρόνια αξιοποιεί αυτήν την κατάσταση προς όφελός του: γιατί θέλει όλο και πιο φτηνά μεροκάματα για τους ξένους εργάτες που περνάνε τα σύνορα. Ο καπιταλισμός είναι πάντα ανελέητος και η ελληνική εκδοχή του είναι απ’ τις χειρότερες δυνατές.

 Το ελληνικό κράτος θέλει μεν τα φτηνά μεροκάματα των μεταναστών, αλλά δε θέλει καθόλου στα πόδια του τους ίδιους και τα παιδιά τους. Γι’ αυτό και φροντίζει εδώ και τόσα χρόνια να τους διατηρεί σε μια νομική κατάσταση χωρίς τα στοιχειώδη δικαιώματα. Οι κάρτες παραμονής των μεταναστών πρώτης γενιάς συνδέονται άμεσα με τα ένσημα που αυτοί έχουν, για να είναι σίγουρο πως δε κυκλοφορούν τσάμπα στο «ιερό» έδαφος των ελληνικών πόλεων και χωριών. Είναι μια νόμιμη κάρτα παραμονής που θυμίζει περισσότερο καρτέλα ενσήμων του ΙΚΑ: έτσι θέλει να βλέπει το ελληνικό κράτος τους μετανάστες.
Για τα παιδιά των μεταναστών που μένουν στην Ελλάδα είκοσι και εικοσιπέντε χρόνια, η κατάσταση δεν είναι καθόλου καλύτερη. Παιδιά που έχουν γεννηθεί εδώ ή ήρθαν σε πολύ μικρή ηλικία, παιδιά που τελείωσαν το σχολείο εδώ δίπλα στα παιδιά των ντόπιων, θεωρούνται μη-πολίτες από το ελληνικό κράτος. Μόλις ενηλικιωθούν κινδυνεύουν να εκπέσουν στην κατηγορία του «λαθρομετανάστη», αυτή την τεχνική που έχουν εφεύρει οι ελληνικές αρχές για να απαγορεύουν τους μετανάστες εργάτες.
Υποτίθεται πως αυτή η κατάσταση θα βελτιωνόταν κάπως με το νόμο Ραγκούση για την ιθαγένεια: οι μετανάστες δεύτερης γενιάς τουλάχιστον, θα είχαν την ελπίδα ν’ αποκτήσουν την ιδιότητα του έλληνα πολίτη. Έτσι θα σταματούσαν να είναι τόσο συχνοί επισκέπτες των αστυνομικών τμημάτων, λόγω των  προβλημάτων με τα χαρτιά τους. Θα σταματούσαν επίσης να είναι έρμαια του κάθε μπάτσου και γραφειοκράτη του ελληνικού δημοσίου.
Αλλά ο ελληνικός ρατσισμός και εθνικισμός δεν παραδίδουν τα όπλα τόσο εύκολα: ο νόμος για την ιθαγένεια κηρύχτηκε πρόσφατα αντισυνταγματικός από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Το σκεπτικό των δικαστών ήταν απλό: για να γίνεις έλληνας δεν αρκεί να έχεις φάει στη μάπα κάθε κομπλεξικό ντόπιο, κάθε αντικοινωνικό γείτονα και κάθε φασίστα μπάτσο. Για να γίνεις έλληνας χρειάζεσαι «αίμα ελληνικό», δεν αρκεί απλά να έχεις παρακολουθήσει έξι τάξεις του ελληνικού σχολείου. Για τους ρατσιστές δικαστές και όσους τους χειροκροτούν, το ελληνικό αίμα είναι κάτι πολύ ανώτερο, είναι κάτι που ή το έχεις ή δεν το έχεις. Πάντως δε μπορείς να τ’ αποκτήσεις εκ των υστέρων, επειδή ήρθες σ’ αυτή την «ευλογημένη» χώρα. Αυτός είναι ο εθνικισμός: η βίαιη διατίμηση των ανθρώπων σε ανώτερους και κατώτερους. Κάπως έτσι οι μετανάστες δεύτερης γενιάς θα συνεχίσουν να ζουν ημιπαράνομα, όπως ακριβώς ζουν και οι γονείς τους.
Αυτή είναι η πραγματικότητα του ελληνικού ρατσισμού: κάνει την κυρίαρχη ιδεολογία καθημερινή πρακτική. Για τον ίδιο λόγο κατασκευάζει και το νομικό του οπλοστάσιο ή σκηνοθετεί την απουσία του. Και θέλει να εγκλωβίσει τους μετανάστες σε μια νομική και πολιτική κατάσταση ανυπαρξίας. Αλλά οι μετανάστες εργάτες υπάρχουν! Και υπάρχουν τόσο κοινωνικά όσο και πολιτικά! Και κάθε φορά που κατεβαίνουν στους δρόμους, μόνοι τους ή με τους ντόπιους, είναι ένα ακόμα βήμα προς την πολιτική τους ανατίμηση!

*κείμενο που μοιράστηκε κατά τη διάρκεια της πορείας