IOYΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ_’13
(Νεο)φιλελευθερισμός και (μετά)φασισμός /// Βρέχει (φάπες) στα νότια /// 30/900 /// Χ.α.: The story so far /// Αντιρατσιστικό θέατρο (σκιών) /// Το χρονικό μιας γιορτής /// Τουρκία: ευχαριστούμε αδέλφια /// Η εξέγερση της Ιστανμπούλ του Αλί Μπεκτάς /// Drones: Η ειρωνία του Πανοπτικού “αυτόματου” /// Λένε /// Antifa Live: Μια γενική παρατήρηση /// Συνέντευξη με τον Sole /// Clement Meric, Ο θάνατος ενός συντρόφου ///
+ ένθετο: “Έξυπνα” σύνορα, σύνορα παντού

*Το antifa BARRICADA θα το βρεις σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, στο βιβλιοπωλείο του Ναυτίλου (σόλωνος και χ. τρικούπη), στον χώρο της ελευθεριακής κουλτούρας (ερεσσού και μπενάκη), στα βιβιλιοπώλεια solaris και ελεύθερος τύπος (κέντρο αθήνας) και στα περίπτερα της πλατείας εξαρχείων (στουρνάρη και σπ. τρικούπη) και της πλατείας κάνιγγος (στην αρχή της ακαδημίας).



X.A.: THE STORY SO FAR/


Ένα χρόνο μετά τις βουλευτικές εκλογές του περασμένου Ιουνίου, έχουν ειπωθεί σχεδόν τα πάντα για την εκτόξευση της χ.α. στην κεντρική πολιτική σκηνή – χωρίς απαραίτητα να είναι εύστοχα πολλά απ’ τα σχετικά σχόλια. Σ’ αυτό το διάστημα τ’ ασπόνδυλα έγιναν μόδα ή ανάποδα, πρόσφορο υλικό για καθημερινή ελεεινολογία, όπως θα περίμενε κανείς σε μια κοινωνία βουτηγμένη στο συντακτικό του θεάματος. Οι «αντιφασιστο-λόγοι» πολλαπλασιάστηκαν, εκεί που μέχρι πρόσφατα αγνοούσαν ή υποτιμούσαν το φαινόμενο χ.α. – είναι κι αυτός ένας ακόμα δείκτης της θεαματικής ενσωμάτωσης και της μέσης διανοητικής κατάστασης σ’ αυτή τη χώρα.

Μοιάζει σαν αυτό το φαινόμενο ν’ αναδύθηκε απ’ τους υπονόμους της Ιστορίας “ξαφνικά και αναπάντεχα”. Όμως τίποτα σ’ αυτό το κόσμο δεν είναι παρθενογένεση ή μαύρη μαγεία: οι τάσεις της κοινωνικής/ιδεολογικής κίνησης είναι ιστορικά προσδιορισμένες και μπορούν ν’ αναζητηθούν έστω και αναδρομικά. Το ζήτημα είναι πάντα η οπτική γωνία (ή οι φαντασιώσεις) του εκάστοτε παρατηρητή – δεν έχουμε ξεχάσει π.χ. καθόλου τους ύμνους για την “άμεση δημοκρατία” και τους “αγανακτισμένους”, που προηγήθηκαν χρονικά της εκλογικής ανόδου των παρακρατικών. Μέσα σε λίγους μόνο μήνες το μοτίβο άλλαξε και από τους ύμνους στις “πλατείες”, πήγε στην καταστροφολογία… και τη Βαϊμάρη!! Όμως η πολιτική “μανιοκατάθλιψη” ποτέ δεν ήταν καλός σύμβουλος – ξέχωρα που ακυρώνει κάθε απόπειρα ψύχραιμης ανάγνωσης της πραγματικότητας.

Μακριά απ’ αυτήν την κατάσταση διανοητικού και πολιτικού πανικού, η δική μας οπτική γωνία ήταν και παραμένει ο μαχητικός αντιφασισμός. Αυτή είναι άλλωστε και η θέση που μας έχει επιτρέψει ν’ αναγνωρίσουμε το φασισμό και τις συνδηλώσεις του πολλά χρόνια πριν, τη δεκατία του 1990, εκεί που άλλοι έβλεπαν τα “γνήσια αντι-ιμπεριαλιστικά αντανακλαστικά του ελληνικού λαού” και/ή τις επερχόμενες “ανατροπές”. Έχοντας δει από πολύ νωρίς λοιπόν τα πρώτα σημάδια ξεδιπλώματος ενός κανιβαλικού εθνικισμού στα Βαλκάνια καθώς και την αντιμετώπιση των μεταναστών εργατών απ’ τους ντόπιους, εκτιμούσαμε πως δεν θ’ αργούσε πολύ η πολιτική αξιοποίηση αυτού του δυναμικού φασιστικών συμπεριφορών. Αυτή η στιγμή έφτασε όντως. Ας κάνουμε λοιπόν μια περιληπτική αναφορά σ’ αυτόν τον ένα χρόνο του φαινομένου χ.α., αντλώντας από το παρελθόν και κοιτώντας προς το -ζοφερό- μέλλον.

Όπως είπαμε και παραπάνω, το φαινόμενο χ.α. δεν είναι με κανέναν τρόπο η μήτρα του φασισμού στην Ελλάδα· κεφαλαιοποιεί εκλογικά την εθνικιστική και ρατσιστική ροπή του εθνικού κορμού (σαν κόμματα και κοινωνικές συμμαχίες) εδώ και τουλάχιστον 20-25 χρόνια. Το γεγονός ότι μέχρι την εμφάνιση του λα.ο.σ. δεν υπήρχε άξιος λόγου ακροδεξιός/φασιστικός πολιτικός φορέας, οφειλόταν στις ελληνικές πολιτικές/ιδεολογικές “ιδιαιτερότητες” (βασικά στο ότι οι φασιστικές απόψεις ήταν διάχυτες στα ήδη υπάρχοντα κόμματα) και στην λειτουργία του παλιού δικομματισμού, που δεν άφηνε μεγάλα περιθώρια “ακραίων” αποκλίσεων.

Η αυτοδύναμη φασιστική παρουσία έγινε εφικτή στο βαθμό που διάφοροι προσοδικοί μηχανισμοί μέσα (ή δίπλα) στο ελληνικό κράτος, αξιοποιώντας τον διάχυτο κοινωνικά βούρκο του εθνικισμού/ρατσισμού, προσπάθησαν και πέτυχαν να “ανατιμηθούν” πολιτικά: δεν υπάρχει χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από την εκκλησία και τον “αείμνηστο” Χριστόδουλο, ο οποίος θα έπρεπε να θεωρείται ο νονός του λα.ο.σ. (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Το ίδιο συνέβη και με το ελληνικό σύμπλεγμα της ασφάλειας, το επίσημο και το ανεπίσημο: πολλοί λειτουργοί ή οπαδοί του έπιασαν γρήγορα το σφυγμό της εποχής, ιδιαίτερα μετά το Δεκέμβρη του 2008 και απέκτησαν κεντρικότατη λειτουργία ιδεολογικά, πολιτικά αλλά και επί του πρακτέου, πλέον (βλέπε π.χ. τις ιδιωτικές εταιρίες “σεκιούριτι” που ξεφυτρώνουν παντού τα τελευταία χρόνια). Για τους μπάτσους ή τους καραβανάδες – οπαδούς της χ.α., δε χρειάζεται μάλλον να πούμε πολλά.

Το ξέσπασμα της κρίσης στην Ελλάδα, ο πολιτικός χειρισμός με το δημόσιο χρέος και οι δανειακές συμβάσεις με την τρόικα στένεψαν επικίνδυνα τον ορίζοντα λεηλασίας των προσοδικών μορφών του ελληνικού κράτους. Το φαινόμενο χ.α. λοιπόν είναι (ανάμεσα σε άλλα) σπλάχνο αυτού του προσοδισμού σε συνθήκες κρίσης: σε πάμπολλες περιπτώσεις είναι ένα εφαλτήριο “διαπραγμάτευσης” με την κεντρική εξουσία – κι αυτό το αποτυπώνουν ανάγλυφα οι πιρουέτες διάφορων αρχιπαπάδων, όπως του μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ. Έτσι, παπάδες, μπάτσοι και καραβανάδες κάνουν αντιπολίτευση διαπραγματευόμενοι (και το ανάποδο: διαπραγματεύονται αντιπολιτευόμενοι) τη θεση τους μέσα σ’ ένα μεταβαλλόμενο σκηνικό καταμερισμού δύναμης/εξουσίας. Προσθέστε εδώ και τις κάθε είδους “εγκληματικές” δραστηριότητες που καταλαμβάνουν σταθερά ένα 20-25% (τουλάχιστον) ποσοστό του συρρικνωμένου ελληνικού ΑΕΠ και η εικόνα ολοκληρώνεται ακόμα περισσότερο: η χ.α. εκπροσωπεί στο κοινοβούλιο το παντός είδους ξέπλυμα υπολήψεων και φυσικά χρήματος. Μαφιόζοι, λαθρέμποροι, εκβιαστές και νταβατζήδες – είναι κάποιοι ακόμα που έχουν επιλέξει το φαινόμενο χ.α. σαν ανάχωμα και εφαλτήριο σε μια αντιπαράθεση “σημειών” με τα επίσημα κέντρα αποφάσεων.

– Διαδίδεται όμως ότι οι παρακρατικοί είναι ασύμβατοι και παράταιροι μέσα στο παρόν πολιτικό σκηνικό. Τίποτα πιο λαθεμένο. Αντίθετα με τις δοξασίες περί “κομμάτων του συνταγματικού τόξου”, το φαινόμενο χ.α. είναι απόλυτα συμβατό με την διαχείριση ενός εθνικού καπιταλισμού σε κρίση. Συμβατό σημαίνει άλλοτε συμπληρωματικό προς τις επίσημες λειτουργίες και κατευθύνσεις και άλλοτε φορέα μερικών κρίσιμων αποπροσανατολισμών ή/και αντιπερισπασμών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στην πρώτη περίπτωση, που είναι και σχεδόν αυταπόδεικτη, αποτέλεσε η επιχείρηση δημόσιας τάξης που ονομάστηκε “Ξένιος Δίας”: το φαινόμενο χ.α. κινήθηκε παράλληλα και συμπληρωματικά στο μάντρωμα και τη βία εναντίον των μεταναστών εργατών. Η δεύτερη περίπτωση είναι λιγότερο εμφανής και αφορά όλους εκείνους τους πολιτικο/ιδεολογικούς μετασχηματισμούς που συντελούνται στο επίσημο ελληνικό κράτος και τις κοινωνικές του συμμαχίες: π.χ. η μετατόπιση σε δεξιότερες θέσεις που δικαιολογείται (και) υπό την εκλογική επιρροή της χ.α. ή, άλλο παράδειγμα, ο οικονομικός εθνικισμός που είναι η επίσημη κρατική πολιτική τα τελευταία χρόνια – και όχι μόνο στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια εννοούμε (και) αυτό το γνωστό ανέκδοτο που ακούγεται πανευρωπαϊκά εδώ και χρόνια, σύμφωνα με το οποίο οι “καθεστωτικές” πολιτικές δυνάμεις και οι επίσημες κρατικές πολιτικές γίνονται όλο και πιο δεξιές, θέλοντας ν’ ανακόψουν την εκλογική άνοδο της ακροδεξιάς και των φασιστικών κομμάτων. Βέβαια καλό είναι να θυμόμαστε πως οι λειτουργίες αποπροσανατολισμού ή/και αντιπερισπασμού δεν εξαντλούνται στα παραπάνω – ζούμε σε περίεργες εποχές και οι κάθε είδους “προβοκάτσιες” βρίσκονται στο τραπέζι των κυρίαρχων επιλογών.

Το “συνταγματικό τόξο” ξεπληρώνει στο φαινόμενο χ.α. αυτούς τους κατά παραγγελία αποπροσανατολισμούς και αντιπερισπασμούς, φιλοτεχνώντας ή σκηνοθετώντας όπου χρειάζεται ένα “αντισυστημικό” προφίλ για τους παρακρατικούς – ένα σχήμα που είναι οξύμωρο από κάθε άποψη. Χρειάζεται η διαστροφή της λογικής για να θεωρείται αντισυστημικός αυτός που φωνάζει για τους “λαθρομετανάστες” την εποχή που τους κλείνει στα στρατόπεδα η “προδοτική κυβέρνηση”. Χρειάζεται η διάχυτη κοινωνική βλακεία για να θεωρείται αντισυστημικός αυτός που δίνει “μαύρα” μεροκάματα σεκιούριτι για 400 ευρώ το μήνα, τόσα δηλαδή που έχει φτάσει ο υποτιμημένος βασικός μισθός. Τελικά όμως απ’ ό,τι φαίνεται δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να είναι κανείς “αντισυστημικός” αυτή την εποχή. Αφού ήταν αντισυστημικοί (σύμφωνα με πολλούς και διάφορους) εκείνοι που έστηναν κρεμάλες στο Σύνταγμα πριν αρκετούς μήνες, γιατί να μην είναι τέτοιοι οι φίλοι του Μεταξά και της χούντας; Η “αντισυστημικότητα” σήμερα είναι κατά βάση ένα συνοθύλευμα εντυπώσεων: μ’ αυτή την έννοια μια απαγορευμένη διανομή τροφίμων/αγαπημένη photo opportunity των ασπόνδυλων, δεν είναι μαφιόζικη ελεημοσύνη· είναι απόδειξη του “φόβου” των αρχών μπροστά στο φαινόμενο. (Άλλο πρόσφατο παράδειγμα υπήρξε το “αντιρατσιστικό” νομοσχέδιο, για το οποίο κάνουμε χωριστή αναφορά.)

Επίσης ιδιαίτερη σημασία στο “αντισυστημικό” προφίλ των παρακρατικών έχει η διατύπωση και εμπέδωση της “θεωρίας των δύο άκρων”, όπου το φαινόμενο χ.α. λειτουργεί βασικά σαν αλεξικέραυνο των επίσημων κρατικών πολιτικών. Τις ξεκαρφώνει με άλλα λόγια. Και εδώ τα οξύμωρα συνεχίζονται: ενώ σε πρώτο πλάνο το “συνταγματικό τόξο” δείχνει να στοχοποιεί τ’ ασπόνδυλα, αμέσως μετά γίνεται σαφές πως τα δικαιώνει πολιτικά, ακολουθώντας -σιωπηρά ή όχι- τις κατευθύνσεις τους! Αυτός είναι ένας βασικός λόγος που ακόμα φουσκώνουν εκλογικά οι παρακρατικοί, ενώ θα περίμενε κανείς πως θα είχαν εκτεθεί έως τώρα λόγω της πλήρους ανυπαρξίας πολιτικών στελεχών. Αλλά όχι…

– Η λειτουργία του φαινομένου χ.α. λοιπόν είναι οργανικά ενταγμένη στο παρόν υπόδειγμα διακυβέρνησης και διαχείρισης της κρίσης. Και πώς να συνέβαινε αλλιώς, τη στιγμή που η δεξαμενή ψηφοφόρων των ασπόνδυλων έχει αναφορά σ’ ένα αρκετά μεγαλύτερο απόθεμα αντιδραστικών αντιλήψεων το οποίο προϋπήρχε της εμφάνισής τους στο προσκήνιο. Μιλήσαμε παραπάνω για τον εθνικισμό και το ρατσισμό που ήταν αρκούντως ζυμωμένοι στις κοινωνικές σχέσεις – όμως το γεγονός είναι ότι η αντιμνημονιακή (αλλά και η φιλομνημονιακή) φιλολογία και η κατάρρευση του παλιού πολιτικού συστήματος προσέθεσαν στο μίγμα αρκετό μεσσιανισμό και διανοητική/συναισθηματική ακηδία. Η εντατική αναζήτηση στιβαρών ηγετών «που θα μας σώσουν» είναι -μαζί με τον κοινωνικό αυτοματισμό- απ’ τα πιο κρίσιμα «καύσιμα» αυτού του υποδείγματος διακυβέρνησης.

Απ’ αυτή τη δεξαμενή αντλούν επομένως και οι παρακρατικοί, μια δεξαμενή που φυσικά δεν εξαντλείται στους ψηφοφόρους τους. Και βεβαίως είναι πλήρως συμβατή με τον «ακροδεξιό νεοφιλελευθερισμό» της συνολικής υποτίμησης των ζωών μας. Έχουν κοινές αφετηρίες και παραδοχές, οι οποίες μπορεί να μην είναι κατευθείαν ορατές, υπάρχουν όμως. Και δεν υπάρχει χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της σύμπλευσής τους από την ομόθυμη στήριξη του κράτους της εξαίρεσης, της έκτακτης ανάγκης. Δεν είναι μόνο η διακυβέρνηση μέσω διαταγμάτων· είναι και η πρωτοκαθεδρία του συμπλέγματος της ασφάλειας, η οποία προϋπήρχε. Δεν είναι μόνο η θεσμισμένη υποτίμηση της εργασίας· είναι και οι προγενέστερες Μανωλάδες της ελληνικής επικράτειας, οι οποίες ποτέ δεν έπαψαν να ξερνάνε τη βία τους δημόσια. Δεν είναι μόνο «η επιβίωση του έθνους, υπεράνω όλων»· είναι που οι επιθετικοί ατομισμοί των υπηκόων -που συναποτελούν το «έθνος»- συσσωματώνονταν παραδειγματικά και όλο το προηγούμενο διάστημα, με στόχο τους κάθε φορά «αδύναμους».
Τον περασμένο Σεπτέμβρη αναφερόμενοι στον «Ξένιο Δία» (τ. 22) γράφαμε: «Εμείς λέμε ότι αυτό που συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας εδώ και κάποιο καιρό είναι η πιο ορατή απόδειξη πως το ελληνικό σύμπλεγμα της ασφάλειας νιώθει τόσο σίγουρο για τον εαυτό του, που επιδεικνύει ανοιχτά την οργανικότητα των συνιστωσών του, το οργανωτικό δέσιμο της κυρίαρχης αφήγησής του: η χ.α. δεν είναι παρά η πιο εξώφθαλμη αιχμή μιας κατάστασης εξαίρεσης, που κρύβεται όλο και λιγότερο ως προς τις προθέσεις της». Αρκετούς μήνες αργότερα η κατάσταση παραμένει όπως περιγράφεται. Και δεν είναι η επίκληση μιας ανάπηρης «δημοκρατίας» -που επιπλέον χρησιμοποιείται εντελώς επιλεκτικά- που θ΄αλλάξει τους συσχετισμούς· ως γνωστόν είναι η προλεταριακή αυτοπεποίθηση που λείπει απελπιστικά…