“Δύο μονόπλευρες απόψεις για την ταξική πάλη στην Αμερική κυκλοφορούσαν πριν την εξέγερση του LA – και εξακολουθούν, δυστυχώς, να κυκλοφορούν δύο χρόνια μετά.
Η πεσιμιστική αναφέρεται στην πλήρη ήττα της εργατικής τάξης. Η πιο αισιόδοξη θεωρεί ότι παρά την αδύναμη στάση της παραδοσιακής εργατικής τάξης μπροστά στις περικοπές των μισθών, απόδειξη για τη ζωντάνια των αυτόνομων κοινωνικών αγώνων αποτελεί η μεγάλη διάδοση της ‘πολιτικής της ταυτότητας» ή της «διαφοράς» που κυριαρχεί στο σύγχρονο αμερικανικό “movement” (ξεχωριστά κινήματα γυναικών, ομοφυλόφιλων, νέων κλπ).
Η εξέγερση απογύμνωσε και αυτούς που ισχυρίζονται ότι το αμερικανικό προλεταριάτο τρώει τις ίδιες του τις σάρκες και τους πολιτικάντηδες που κάνουν καριέρα κατακερματίζοντας το κοινωνικό ζήτημα σε επιμέρους χωριστά ζητήματα, επικαλούμενοι δήθεν την αναγκαιότητα να αντιμετωπίσει ο καθένας τη «δική του» καταπίεση.
Ήταν αυτοί οι τελευταίοι, μαζί με τους λακέδες των ΜΜΕ, που προσπάθησαν να παρουσιάσουν την εξέγερση σα νόμιμη μαύρη οργή για την υπόθεση του Rodney King, που “ατυχώς” εκτροχιάστηκε από εγκληματικά στοιχεία και μετατράπηκε σε μανιασμένη επίθεση ενάντια στην ίδια «τους» την κοινότητα.
ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΙΤΡΙΝΑ ΤΩΝ ΜΜΕ
Αυτό που συνέβη το Μάη του ‘92 ήταν η πρώτη σημαντική πολυεθνική προλεταριακή εξέγερση στην αμερικανική ιστορία. Πράγμα που αποδεικνύεται και από τη σύνθεσή της. Στις πρώτες 5.000 συλλήψεις, 52% ήταν ισπανόφωνοι (latinos), 38% μαύροι και 10% λευκοί. Οι αριθμοί αντιστοιχούν στη φυλετική σύνθεση των κατοίκων της περιοχής του κεντρικού LA.
Τρεις ήταν οι θεμελιώδεις πλευρές της εξέγερσης:
Άρνηση αντιπροσώπευσης: Η μαύρη ηγεσία – τοπική κυβέρνηση, εκκλησία και γραφειοκράτες των οργανώσεων για τα πολιτικά δικαιώματα- στην προσπάθεια τους να ελέγξει την κατάσταση βρέθηκε να εκπροσωπεί μόνο …τον εαυτό της.
Επίθεση στην ιδιοκτησία: Εκτεταμένο κάψιμο εμπορικών κτιρίων, μετακινήσεις με τη βοήθεια αυτοκινήτων.
Άμεση οικειοποίηση του πλούτου, που διέκοψε τον κύκλο του Κεφαλαίου (Εργασία-Μισθός-Κατανάλωση). Πρακτική που, από τη σκοπιά του Κεφαλαίου, θεωρείται τόσο απαράδεκτη όσο και μια απεργία. Η περιθωριοποιημένη εργατική τάξη του κεντρικού LA βιώνει τις αντιφάσεις του Κεφαλαίου όχι τόσο στο επίπεδο της αλλοτριωμένης παραγωγής όσο στο επίπεδο της αλλοτριωμένης κατανάλωσης στο επίπεδο του εμπορεύματος μάλλον και λιγότερο της εργασίας.
«Πολύς κόσμος αισθάνεται πως πρόκειται γι’ αποζημιώσεις. Πως όλα αυτά μας ανήκουν» Will M., πρώην μέλος συμμορίας, για τις «λεηλασίες» (International Herald Tribune, 8 Μαΐου 1992)
Επρόκειτο αναμφίβολα για μια ταξική εξέγερση. Ακόμα και ένας κοινωνιολόγος του πανεπιστήμιου του Berkeley, ο Harry Edwards, σε συνέντευξη του σε τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό, στις 6 Μάη ’92, υπογράμμισε το γεγονός ότι δίπλα στο περιθωριοποιημένο προλεταριάτο συμμετείχαν μισθωτοί που έκαψαν τις επιχειρήσεις στις οποίες δούλευαν.
Αυτό δε σημαίνει πως αγνοούμε την φυλετική διάσταση των γεγονότων. Μέσα στα πλαίσια της παραδοσιακά ρατσιστικής φύσης της ταξικής καταπίεσης στις ΗΠΑ –η αναλογία των μισθών των «εγχρώμων» προς αυτούς των λευκών αμερικάνων παραμένει 3/5, ανταποκρινόμενη πλήρως στο παλιό άρθρο του αμερικανικού συντάγματος ότι ο μαύρος σκλάβος αποτελεί τα 3/5 ενός ανθρώπου –το παράδοξο θα ήταν αν δεν εμφανιζόταν ως ένα βαθμό ο φυλετικός παράγοντας. Όμως το σημαντικό είναι πως δεν ήταν ο κυρίαρχος –πως οι εξεγερμένοι ξεπέρασαν, προσωρινά, μέσα από τον κοινό τους αγώνα, τις ρατσιστικές στρατηγικές ελέγχου του Κεφαλαίου.
Υπήρχε πολύ φιλολογία ότι οι νοτιοκορεάτες μαγαζάτορες του LA ήταν δήθεν τα αθώα θύματα της οργής των εξεγερμένων. Αξίζει να σταθούμε λίγο σ’ αυτό το ζήτημα. Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης λεηλατήθηκαν ή πυρπολήθηκαν 1800 περίπου κορεάτικα μαγαζιά. Οι επιθέσεις αυτές δεν έγιναν στο South Central (μαύρη κυρίως περιοχή, όπου υπάρχει μόνο το 9% των κορεάτικων μαγαζιών), αλλά βορειότερα στο Koreatown, όπου μένουν κυρίως φτωχοί Latinos. Απ’ αυτούς άλλοι είναι μετανάστες χωρίς χαρτιά –αποτελούσαν μάλιστα έναν απ’ τους κύριους στόχους των μπάτσων και της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Πολιτογράφησης και απελάθηκαν κατά εκατοντάδες μετά την εξέγερση- και άλλοι πρόσφυγες πολέμου από το Σαλβαδόρ και τη Νικαράγουα με περιορισμένο δικαίωμα διαμονής. Όλοι τους προορίζονται για την «ευέλικτη», μη προστατευμένη αγορά εργασίας. Οι άντρες Latinos ψάχνουν καθημερινά για μεροκάματο στις οικοδομές, τις αποθήκες, τα εστιατόρια και τα Κορεάτικα μαγαζιά και οι γυναίκες δουλεύουν σαν υπηρέτριες ή πλέκτριες σε ως επί το πλείστον Κορεάτικες επιχειρήσεις. Η κατώτερη θέση αυτών των χωρίς χαρτιά Latinos τους φέρνει σε πλήρη αντίθεση με τους μικροαστούς Κορεάτες που διψούν για κοινωνική άνοδο. Σαν παράνομοι δεν μπορούν να συνδικαλιστούν –οι συνδικαλισμένοι Latinos στο ανατολικό LA δεν δουλεύουν με Latinos χωρίς χαρτιά. Η εξέγερση ήταν γι’ αυτούς η ευκαιρία να εκφράσουν τη χρόνια εχθρότητα τους προς τους Κορεάτες, αφού η φτώχια των γκέτο ήταν η αιτία που οι τελευταίοι κατάφεραν να πλουτίσουν. Όνειρο τους κορεατών μικροαστών είναι αφού δουλέψουν κάποια χρόνια σκληρά στις «βρωμοσυνοικίες» να μεταφέρουν το μαγαζάκι τους στα κυριλέ προάστια όπου αποτραβήχτηκε μετά τη δεκαετία των 70s η λευκή μεσοαστική και μικροαστική τάξη. […]
Η αναδιάρθρωση του Κεφαλαίου τα τελευταία είκοσι χρόνια στις ΗΠΑ, δηλ. η στρατηγική της μεγαλύτερης ιεράρχησης των μισθών, της ανεργίας, της δημιουργίας εφεδρικών εργατικών στρατών, έγκλειστων σε ιδιότυπες αστυνομευόμενες «ρεζέρβες» τύπου South Central LA, το κλείσιμο ή η μεταφορά μεγάλων επιχειρήσεων στη Λατινική Αμερική και τη Νότια Κορέα, η διεθνοποίηση εν τέλει της οικονομίας του LA με την είσοδο της στο κέντρο συσσώρευσης της περιφέρειας του Ειρηνικού, ευνόησε την είσοδο των κορεατών στο εμπορικό κέντρο της πόλης και την μικροαστικοποίηση τους. Στα πλαίσια αυτής της αναδιάρθρωσης οι «φυλετικές διαφορές» έρχονται σε δεύτερη μοίρα, αφού διαπερνούνται από τις ταξικές συγκρούσεις. Οι φτωχοί μαύροι και οι Latinos δεν επιτέθηκαν απλά σε άλλου χρώματος μαγαζάτορες –επιτέθηκαν σ’ ολόκληρο το σύστημα ανταλλαγής, σ’ αυτή καθεαυτή τη μορφή επιχείρηση που μεσολαβεί ανάμεσα σε αυτούς και το Κεφάλαιο. Και τι καλύτερη απόδειξη απ’ το ότι το 30 με 40% των κατεστραμμένων μαγαζιών ανήκαν σε Latinos (μεξικάνους ή κουβανούς). […]