18:15, 4 Αυγούστου 2011, στο Τότεναμ της Αγγλίας. Ο 29χρονος Mark Duggan, μαύρος, πατέρας 4 παιδιών,  πέφτει νεκρός απ΄τις σφαίρες της βρετανικής αστυνομίας κατά την διάρκεια συμπλοκής πάνω στην προσπάθεια σύλληψής του. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μια συρραφή από αποσπάσματα του “Intakes: Communities, commodities and class in the August 2011 riots” που δημοσίευσαν οι βρετανοί Aufheben προσπαθώντας να προσεγγίσουν τα γεγονότα της εξέγερσης που ακολούθησε.



Τι συνέβη τον Αύγουστο;
Σάββατο 6 Αυγούστου

Η εκτέλεση του Mark Duggan σε ένα ραδιοταξί στο Tottenham Hale από μπάτσους οπλισμένους με υποπολυβόλα το βράδυ της Πέμπτης 4ης Αυγούστου, αναγνωρίζεται γενικά σαν το γεγονός που αποτέλεσε το εφαλτήριο για τις ταραχές που ακολούθησαν. Ωστόσο, σε αντίθεση με αντίστοιχα γεγονότα όπως αυτά στο Brixton και το Τότεναμ το 1985, όπου εκτεταμένη συλλογική βία ακολούθησε μέσα σε λίγες ώρες ή μια μέρα το πολύ, σε αυτή την περίπτωση δεν υπήρξε μια τέτοια άμεση ανταπόκριση. Η οικογένεια και οι φίλοι του Mark Duggan (και ένα μεγάλο μέρος ολόκληρου του Τότεναμ) περίμενε μια εξήγηση από την αστυνομία, μια εξήγηση η οποία όμως δεν έφτασε ποτέ. Τελικά, μια διαδήλωση, με επικεφαλής την οικογένεια, πορεύθηκε προς στο αστυνομικό τμήμα του Τότεναμ το απόγευμα του Σαββάτου, σχεδόν δύο ημέρες μετά τον πυροβολισμό. Μετά από αρκετές ώρες αναμονής μπροστά στα κορδόνια των διμοιρίων που περιφρουρούσαν το τμήμα, και χωρίς καμία προσπάθεια από αυτούς να διαπραγματευτούν με το πλήθος ή να προσφέρουν οποιαδήποτε δήλωση, μια νεαρή γυναίκα που επιχείρησε να εισέλθει στο τμήμα δέχθηκε επίθεση από τα ΜΑΤ. Αυτό το περιστατικό, γύρω στις 20:20, αποτέλεσε τον πυροκροτητή που οδήγησε στην πυρπόληση δύο κοντινών εγκαταλελειμμένων αυτοκίνητων της αστυνομίας στην οδό Tottenham High Road και ύστερα απ’ την όχι ιδιαίτερα εμφανή αντίδραση των ΜΑΤ, την πυρπόληση ένα ολόκληρου λεωφορείου. Ωστόσο, όλα αυτά δεν συνέβησαν μέσα στο πλαίσιο ενός αμιγώς “μαύρου” πλήθους. Όπως θυμάται ένας αυτόπτης μάρτυρας: 

«Πήγα πίσω στο Τότεναμ περίπου στις δώδεκα και το πρώτο πράγμα που παρατήρησα είναι ότι υπήρχαν ένα σωρό άνθρωποι στο δρόμο, δεν είμαστε συνηθισμένοι να βλέπουμε πολλούς ανθρώπους στο Τότεναμ στις δώδεκα. Δεν είχα δει τίποτα από τις ταραχές ακόμα. Ήταν απλά άνθρωποι έξω και στη γύρα. Υπήρχαν πολλά αγόρια από τουρκία, πολλοί από σομαλία, υπήρχαν αφρικανοί, τζαμαϊκανοί, λευκοί, παιδιά απ’ την ιρλανδία, την πολωνία.. ήταν λες και όλο το Τότεναμ ήταν έξω… Έβλεπα γιαγιάδες, παππούδες, μικρά παιδιά, ήταν σαν πάρτυ, είχε μια ατμόσφαιρα καρναβαλιού, ήταν λίγο παράξενο». 

Μετά από ένα σύντομο διάστημα επιλεκτικού “burning and looting”, ματατζήδες και έφιπποι αστυνομικοί κινήθηκαν προς τα πλήθη, αλλά συνάντησαν αντίσταση από φλεγόμενα οδοφράγματα και την ρίψη μολότοφ. 
«Όλοι ήταν ενθαρρυντικοί, φωνάζοντας “Δεν υπάρχει ειρήνη, χωρίς δικαιοσύνη”, “Rest in Peace Mark Duggan”. Οι άνθρωποι που βρίσκονταν εκεί το κρατούσαν απ’ την αρχή μέχρι τις τρεις, τέσσερις το πρωί. Οπότε, το σέβομαι αυτό. Το Τότεναμ σηκώθηκε, έκανε πέρα όποια προβλήματα είχαν μεταξύ τους οι παρέες, οι γειτονιές κι όλα αυτά, και έγιναν ένα
Έχοντας ωθήσει τα πλήθη που εξαπλώνονταν προς τα βόρεια κατά μήκος της Tottenham High Road, αλλά αδυνατώντας να τους διαλύσει, η αστυνομία “κόλλησε” για κάποιο χρονικό διάστημα στο σούπερ μάρκετ Aldi, όπου τα καρότσια αγορών χρησιμοποιήθηκαν απ’ τους «ταραξίες» για να σταματήσουν την έφοδο της έφιππης αστυνομίας, ενώ λίγο πιο πέρα ένα εργοτάξιο αποδεικνυόταν σπουδαία πηγή “πυρομαχικών”… 
Η τελευταία φάση των επεισοδίων ήταν που θα σηματοδοτούσε ένα χαρακτηριστικό των αναταραχών που επρόκειτο να ακολουθήσουν. Γύρω στη 1.30 π.μ., ενώ μεγάλος αριθμός μπάτσων μάχεται με τους «ταραξίες» στο High Road, άλλοι στοχεύουν την Tottenham Hale Retail Park περίπου ένα μίλι νότια, όπου εκατοντάδες άνθρωποι ήταν ελεύθεροι να λεηλατήσουν αγαθά μεγάλης αξίας από πολλές μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων. Τα πρώτα σημάδια της εξάπλωσης αυτής της δραστηριότητας εκτός του Τότεναμ εμφανίστηκαν μία ώρα αργότερα στο Wood Green, σχεδόν δύο χιλιόμετρα δυτικά, όπου η ανενόχλητη λεηλασία του εμπορικού κέντρου συνεχίστηκε για τρεις ώρες μέχρι το ξημέρωμα.
[…]

Οι συνειδητοί στόχοι – και οι “παράπλευρες απώλειες”
Οι εικόνες απ’ τα φλεγόμενα κτίρια του Λονδίνου που τόσο γοήτευσαν το βρετανικό έθνος τον Αύγουστο του ’11, χρησιμοποιήθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης για να μπορέσουν να αφηγηθούν μια ιστορία τυχαίων επιθέσεων από “πλιατσικολόγους” και “στασιαστές” σε σπίτια αθώων ανθρώπων. Αυτές οι  ιστορίες “ανθρώπινου ενδιαφέροντος”, οι οποίες απεικονίζουν «άγριους εμπρηστές» να παραμονεύουν απειλώντας “αθώα θύματα”, ήταν στο επίκεντρο μιας αφήγησης που προσέγγιζε τις συμπεριφορές των  “ταραχοποιών” ως ψυχοπαθολογικές. Παρόλα αυτά, η εκτεταμένη ανάλυση των στόχων των εμπρηστών και των “ταραχοποιών” του Αυγούστου, απέτυχε να εντοπίσει έστω μία σοβαρή συνειδητή επίθεση σε ιδιωτική κατοικία. Όλες οι κατοικίες που καταστράφηκαν από τις πυρκαγιές ήταν αποτέλεσμα εμπρηστικών επιθέσεων σε εμπορικούς χώρους που βρίσκονταν κάτω απ’ αυτά τα σπίτια ή δίπλα τους. Αυτό δεν αποτελεί προσπάθεια να δικαιολογηθούν τέτοιες δραστηριότητες, αλλά αντίθετα να τοποθετηθούν μέσα στο σωστό πλαίσιο. Τα σπίτια των ανθρώπων δεν αποτέλεσαν σε καμία στιγμή της εξέγερσης τον κύριο ή ούτε καν τον δευτερεύοντα στόχο των λεηλασιών και των ταραχών:  Αντ’ αυτού, όπου και όποτε αυτές συνέβησαν, ήταν ουσιαστικά “παράπλευρες απώλειες”. 

Πολλές από τις ιστορίες που περιβάλλουν αυτό το θεαματικό σύμπλεγμα εικόνων, περιέχουν ενδιαφέρουσες υπο-πλοκές. Για παράδειγμα, το τηλεοπτικό πρόγραμμα Panorama του BBC φιλοξένησε μια συνέντευξη από οικογένεια που ζούσε πάνω απ’ το κατάστημα Carpetright σε μια απ’ τις κεντρικές λεωφόρους του Τότεναμ. Στο σημείο εκείνο, το βράδυ του Σαββάτου στις 6 Αυγούστου, 26 διαμερίσματα καταστράφηκαν από πυρκαγιά που εκδηλώθηκε στο κατάστημα του ισογείου. Ο πατέρας της οικογένειας αφηγείται πως, μετά από αρκετές -αναπάντητες- εκκλήσεις για βοήθεια στην αστυνομία,: «Ακούσαμε χτύπους στην πόρτα, την άνοιξα και ήταν ένας νεαρός που δεν κατοικούσε εδώ -μας είπε πως το κτίριο είχε αρπάξει φωτιά και ότι έπρεπε να βγούμε έξω. Πίστεψα πραγματικά ότι ο τύπος προσπαθούσε να μας βγάλει έξω για να μπει στο διαμέρισμά μας. Είχαμε ουσιαστικά εγκαταλειφθεί από τις κρατικές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, ενώ ήμασταν σε πολιορκία και όλοι εκείνοι ήταν εκεί έξω για να μας δολοφονήσουν.» 
Οι αντιφάσεις σε αυτή τη δήλωση είναι κάτι παραπάνω από προφανείς· η οικογένεια δεν ήταν το αντικείμενο της πολιορκίας, δεν αποτελούσαν στόχους για δολοφονία ή ούτε καν για διάρρηξη και, πρακτικά, διασώθηκαν από έναν “ταραξία”. Μια ιστορία “ανθρώπινου ενδιαφέροντος”, όμως, που θα μιλούσε για το πόσο βοηθητικός στάθηκε ένας “άγριος ταραξίας”, σίγουρα δεν θα μπορούσε να γίνει πρώτη είδηση​​, παρά την ακρίβειά της. 

Φυσικά, όπως έχει ήδη επισημανθεί, υπήρξαν συγκεκριμένες ομάδες που μπήκαν στο στόχαστρο των εξεγερμένων: κατά κύριο λόγο η αστυνομία -και σε ελάχιστες περιπτώσεις διάφορες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, όπως η πυροσβεστική. Ένα άλλο επικίνδυνο επάγγελμα ήταν να είσαι δημοσιογράφος ή φωτογράφος. Τον Αύγουστο μια σειρά από κάμεραμαν και φωτογράφους δέχθηκαν επιθέσεις από μέλη του πλήθους που τους ρωτούσαν αν είναι ασφαλίτες, ενώ, συχνά, στη συνέχεια τους επιτίθενταν και τους λήστευαν τον εξοπλισμό. Αυτό υπήρξε σίγουρα χαρακτηριστικό των ταραχών των 80s, όταν η λήψη φωτογραφιών των «ταραχοποιών», θεωρήθηκε ως λειτουργική οδός για το κλείσιμο σ’ ένα κελί -οπότε και τα πλήθη ενεργήσαν αναλόγως. Μέσα σε λίγες εβδομάδες από τις ταραχές του Αυγούστου του ’11, τα πλάνα που είχαν τραβηχτεί κατά την διάρκεια τους από μεγάλα ειδησεογραφικά δίκτυα κατασχέθηκαν νόμιμα από την αστυνομία. Το γεγονός αυτό φάνηκε να δικαιώνει τις επιθέσεις των εξεγερμένων στους δημοσιογράφους, οδηγώντας ένα μέλος της NUJ (πανβρετανικής ένωσης δημοσιογράφων) να δηλώσει: 
«Παραδίδοντας πλάνα στην αστυνομία, τα δίκτυα μέσων ενημέρωσης έχουν μετατρέψει κάθε φωτογράφο, κάμεραμαν και δημοσιογράφο σε υποψήφιο στόχο και αυτό μπορεί να οδηγήσει μόνο στην αύξηση του αριθμού των επιθέσεων στους εργαζόμενους στον Τύπο, κατά την διάρκεια της κάλυψης των γεγονότων.» 
Δεν είχε άδικο. 

Η σύνθεση του πλήθους και το «κοινωνικό περιθώριο»:
Ψέματα, καταραμένα ψέματα …
 

Οπότε ποιοι ήταν οι “πλιατσικολόγοι” και οι “ταραξίες”; Αυτό ήταν το ερώτημα που απασχόλησε τόσο τoν “φιλελεύθερο” όσο και τον παραδοσιακό δεξιό Τύπο μετά τον Αύγουστο. Σαν αποτέλεσμα υπήρχαν δύο κυρίαρχες παράλληλες ερμηνείες σε σχέση με τη σύνθεση του πλήθους. 
Η πρώτη, η οποία υπάκουε σε μια γενική κατεύθυνση “νόμου και τάξης”, απέρριψε κάθε έννοια «κοινωνικής περιθωριοποίησης», ως αιτία, τονίζοντας την διαταξική σύνθεση του πλήθους των συλληφθέντων. Χρησιμοποιώντας τις περιπτώσεις διάφορων εξαιρέσεων, όπως έναν Ολυμπιακό πρέσβη, μια «μπαλαρίνα», την κόρη ενός εκατομμυριούχου, κτηματομεσίτες, κοινωνικούς λειτουργούς και φοιτητές, διάφορα μμε υποστήριξαν την αστική έννοια του «όλοι κακοί είμαστε» και, επομένως χρειαζόμαστε το κράτος και την πειθαρχία των νόμων για να μας κρατήσουν στη γραμμή, αλλιώς θα υποπέσουμε στην αγριότητα που είναι συνυφασμένη με την «ανθρώπινη φύση». 
Η δεύτερη και πιο σύνθετη προσέγγιση (στον φιλελεύθερο Τύπο), ενώ αναφερόταν σε “κοινωνικά περιθωριοποιημένες ομάδες”, την ίδια στιγμή υποστήριξε πως η “καθαρή εγκληματικότητα”, ήταν το προϊόν του “άγριου, εγκληματικού υποπρολεταριάτου”, του οποίου οι αυτο-οργανωμένες δραστηριότητες είχαν μεταλλαχθεί πολύ πέρα από οποιαδήποτε “κανονική και αξιοπρεπή συμπεριφορά”. Η άποψη αυτή διαδόθηκε κυρίως από την συγκυβέρνηση των Συντηρητικών και των Φιλελεύθερων, στον απόηχο των ταραχών. Επίσης συνδέθηκε με την έννοια (του αποδιοπομπαίου τράγου) της «κουλτούρας των συμμοριών» που, ως γνωστόν, προσδιορίστηκε και φυλετικά σε μια τηλεοπτική συνέντευξη από τον διάσημο ιστορικό David Starkey (O άγγλος πρωθυπουργός David Cameron δήλωσε, 4 μέρες μετά το ξεκίνημα της εξέγερσης, πως «αυτό δεν γίνεται για την φτώχεια, έχει να κάνει με την κουλτούρα. Μια κουλτούρα που αποθεώνει την βία, δεν σέβεται την εξουσία, μιλάει μόνο για δικαιώματα και αγνοεί τις υποχρεώσεις». Ο Starkey κάποιες μέρες αργότερα υποστήριξε πως οι λευκοί «έχουν καταντήσει να προσπαθούν να μοιάσουν στους μαύρους, ασπαζόμενοι την βίαιη, καταστροφική, μηδενιστική κουλτούρα του γκάνγκστερ» -δηλώσεις που εν μέρει ανασκεύασε στη συνέχεια, όταν κατηγορήθηκε από διάφορους “επίσημους” για ρατσισμό).
Τα υποτιθέμενα αποδεικτικά στοιχεία για την τελευταία θέση παρέχονται από την ανάλυση των στοιχείων των συλληφθέντων στον απόηχο των ταραχών του Αυγούστου. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Kenneth Clarke δήλωσε: 
«Δεν είναι ακόμη ευρέως γνωστό, αλλά ο σκληρός πυρήνας των εξεγερμένων αποτελούταν στην πραγματικότητα από γνωστούς εγκληματίες. Κοντά στα τρία τέταρτα των ατόμων ηλικίας 18 ετών και άνω που συνελήφθησαν για τα αδικήματα των ταραχών είχαν ήδη μια προηγούμενη καταδίκη».
Αυτά τα στοιχεία που υποτίθεται πως αποδεικνύουν ακλόνητα  την κυριαρχία ενός «εγκληματικού υπο-προλεταριάτου» πίσω απ’ τις «εξεγέρσεις» του Αύγουστου, είχαν διάφορα σοβαρά προβλήματα… Αρκετοί ερευνητές σε ζητήματα αστικών εξεγέρσεων έχουν επισημάνει ότι ο αριθμός των συλλήψεων συχνά δεν έχει σχέση με τη σοβαρότητα των ταραχών, ούτε αντιπροσωπεύουν απαραίτητα την αναλογία των συμμετεχόντων. Το 2011, η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε από τη χρήση του CCTV (κλειστού τηλεοπτικού κυκλώματος). Ουσιαστικά τέσσερις κατηγορίες “ταραξιών και πλιατσικολόγων» θα μπορούσαν να απομονωθούν, βασιζόμενες σε δύο ομάδες κριτηρίων, οι κουκουλωμένοι και οι ακουκούλωτοι, αυτοί που είχαν υπάρξει προηγουμένως γνωστοί στην αστυνομία και αυτοί που δεν ήταν. Είναι προφανές ότι η πιο πιθανή ομάδα να συλληφθεί στον απόηχο μιας διαταραχής, με την χρήση βίντεο κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης, είναι εκείνη που δεν είχε καλυμμένο το πρόσωπο της και ήταν προηγουμένως γνωστή στην αστυνομία. Αυτό είναι επειδή το να έχεις μια εικόνα CCTV ενός υπόπτου δεν είναι και ιδιαίτερα χρήσιμο, εάν δεν υπάρχει μια άλλη φωτογραφία που να συνοδεύεται από όνομα και να μπορείς να την συγκρίνεις. Η δεύτερη πιο πιθανή ομάδα να συλληφθεί ήταν εκείνοι που δεν είχαν τα πρόσωπα τους καλυμμένα, αλλά ήταν άγνωστοι μέχρι τότε στην αστυνομία. Στην περίπτωση αυτή, η αστυνομία ποντάρει στην αναγνώριση τους από άλλα μέλη της κοινωνίας (γνωστά και ως “ρουφιάνους”) ώστε να τους συλλάβει. Η κατηγορία “κλεφτών” που ήταν λιγότερο πιθανό να αναγνωριστεί ήταν εκείνοι που ήταν κουκουλωμένοι και δεν είχαν συλληφθεί προηγουμένως. Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη ότι τα στατιστικά στοιχεία κρατουμένων τον Αύγουστο του 2011 έδειχναν προς αυτούς που είχαν (εκτεταμένα) ποινικά μητρώα.
Το επιχείρημα αυτό ουσιαστικά επιβεβαιώθηκε και από τον ίδιο τον Επίτροπο της Μητροπολιτικής Αστυνομίας, Tim Godwin, ο οποίος δήλωσε, στην κατάθεσή στην επιτροπή Εσωτερικών Υποθέσεων: «Τα περισσότερα από τα μέλη της συμμοριών στην πραγματικότητα τα γνωρίζουμε. Για τους περισσότερους απ’ αυτούς έχουμε ενεργές έρευνες, οπότε ήταν αυτοί και οι πρώτοι που μαζέψαμε».
Μια πιο χρήσιμη στατιστική έρευνα εξέτασε τις γειτονιές στις οποίες κατοικούσαν οι συλληφθέντες. Το BBC δημοσίευσε μια ανάλυση των 147 συλληφθέντων του Μάντσεστερ, η οποία έδειξε (όπως ήταν αναμενόμενο) ότι: «υπάρχουν συλληφθέντες από περιοχές κάθε επιπέδου περιθωριοποίησης… οι περισσότεροι κατοικούν σε περιοχές “υψηλής περιθωριοποίησης”, με πάνω από το ένα τρίτο (36,1%) των ατόμων να βρίσκονται στις δέκα πιο υποβαθμισμένες περιοχές».
Και ο σχολιαστής του BBC κατέληξε στο εκθαμβωτικό συμπέρασμα ότι: 
«Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι η φτώχεια προκάλεσε το έγκλημα, αλλά υπάρχει κάτι στο να είσαι φτωχός που καθιστά πιο πιθανή την εμπλοκή σου σε τέτοιες ταραχές» 
Άλλα ευρήματα της έκθεσης αυτής έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την μηντιακή προπαγάνδα που έδινε έμφαση στην κεντρικότητα των «εφηβικών συμμοριών και των παιδιών»: 
«Τα στοιχεία δείχνουν επίσης πως αυτοί που χαρακτηρίζουν τις ταραχές στο Μάντσεστερ σαν ένα προϊόν συμμοριών ανηλίκων κάνουν λάθος. Ο μέσος όρος ηλικίας των κατηγορουμένων στην πόλη είναι 24, ο νεότερος 12 και ο μεγαλύτερος 58. Μόνο ένας στους δέκα από αυτούς που κρίθηκαν ένοχοι ήταν κάτω από την ηλικία των 16.»
Αυτά και άλλα ευρήματα κατέληξαν να αντισταθμίσουν τις απλοϊκές αναπαραστάσεις μιας “ποινικής κατώτερης τάξης” που αποτελείται αποκλειστικά από “άγριους νεολαίους” και “συμμορίες ανηλίκων”.
[…] «Η Επιτροπή Εσωτερικών Υποθέσεων  έχει ήδη ακούσει ενδείξεις ότι περίπου 19% των ατόμων που συνελήφθησαν στο Λονδίνο ήταν μέλη συμμοριών – κάτω από σχεδόν το ένα τρίτο όσων είχαν αρχικά συλληφθεί. Με βάση τις τρέχουσες ενδείξεις φαίνεται ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων που ενεπλάκησαν, δεν ήταν άτομα που έχουν εμπλακεί σε συμμορίες».

Και οι μπάτσοι -τα σκυλιά του εμπορεύματος…
Και πού ήταν οι μπάτσοι μέσα σ’ όλα αυτά; Υπήρξε έντονη οργή ​​στον αστικό Τύπο ότι η αστυνομία απλώς “στεκόταν” και “άφησε” τους ταραξίες να κάνουν ό, τι ήθελαν. Είναι σαφές ότι δεν “στεκόνταν” πάντοτε, δεδομένου ότι σε περιπτώσεις όπως στο Hackney έδρασε, να το πούμε έτσι, «προληπτικά» -όπως και σε ορισμένους άλλους τόπους, προστατεύοντας κάποια σημεία κι αφήνοντας άλλα.[…]
Στο κατά τ’ άλλα καλό βίντεο του YouTube «Rebellion in Tottenham», το γεγονός ότι οι μπάτσοι εμφανίζονται να επιτρέπουν στους ταραξίες να επιτεθούν και να κάψουν δύο από τα οχήματά τους ερμηνεύθηκε από ορισμένους ως σκόπιμο τέχνασμα· τα αυτοκίνητα έμειναν εκεί, έτσι ώστε οι διαδηλωτές να τους επιτεθούν, έτσι ώστε οι μπάτσοι να είναι τότε σε θέση να κλιμακώσουν νομίμως τις τακτικές τους σε στιγμή ταραχών. Οπότε, σύμφωνα μ’αυτούς, οι ίδιοι οι μπάτσοι σκόπευσαν στην κλιμάκωση της εξέγερσης.

Πού το έχουμε ξανακούσει αυτό το είδος της εξήγησης; Απ’ ό,τι φαίνεται, σχεδόν κάθε φορά που υπάρχουν ταραχές. […]
Αυτά τα είδη των εξηγήσεων συνήθως στηρίζονται πάνω σε μια κατανόηση της «πολιτικής», εντός της οποίας οι μπάτσοι και το εξεγερμένο πλήθος ανταγωνίζονται για να κερδίσουν τις καρδιές ενός αμέτοχου μετριοπαθούς ακροατηρίου  που θα υποστηρίξει τους «ταραξίες», μόνο όταν αυτοί είναι θύματα. Αυτού του είδους οι εξηγήσεις δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από παραλυτικές πολιτικά, καθώς τα «θύματα» είναι καταδικασμένα να είναι κατώτερα των μακιαβελικών σχεδιασμών και την ανώτερες προβλέψεις των υπερ-ευφυών μπάτσων. Εάν αυτές οι θεωρίες συνωμοσίας είναι αληθινές, δεν υπάρχει κανένα νόημα στο να αναλαμβάνεις δράση -γιατί  η πραγματική δράση θα λαμβάνει χώρα πάντοτε στο παρασκήνιο. 
Ωστόσο, εξηγήσεις όπως αυτή, λένε σπάνια την αλήθεια -και σε γενικές γραμμές είναι ολότελα μαλακίες. […]
Κατά τη διάρκεια των ταραχών στο αυγουστιάτικο Λονδίνο, η Μητροπολιτική Αστυνομία χρειάστηκε δύο ημέρες για να μπορέσει να συγκεντρώσει 1.900 αξιωματικούς εκπαιδευμένους στην αντιμετώπιση τέτοιων ζητημάτων δημόσιας τάξης (ΜΑΤ). Την πρώτη νύχτα (Σάββατο) είχαν 480 διαθέσιμους και το βράδυ της Κυριακής 1,275 σε όλη την ευρύτερη περιοχή του Λονδίνου. Όπως εξήγησαν ανώτεροι αξιωματικοί, η υλική ετοιμότητα της αστυνομίας αποδείχθηκε ανεπαρκής και τα υλικοτεχνικά προβλήματα αυτά επιδεινώθηκαν από την ταχεία και διάχυτη εξάπλωση των ταραχών στην πρωτεύουσα, καθώς και τους ευφυείς ελιγμούς του πλήθους κατά την διάρκεια των λεηλασιών. Μέχρι να καταφέρει η Mητ. Αστ. να εξασφαλίσει αρκετές μονάδες αντιμετώπισης των ταραχών ώστε να ελέγξει την κατάσταση, η ιστορία είχε ήδη ξεφύγει. Αυτά τα συγκεκριμένα στοιχεία αποτελούν πολύ πιο ρεαλιστικές εξηγήσεις για το φαινόμενο «περιορισμένης δράσης» της αστυνομίας, από ότι οι συνωμοσίες που μουρμούριζαν για την «αστυνομία που εξέφραζε τον θυμό της για οικονομικές περικοπές» ή άλλες ιστορίες για το πώς  “επέτρεψε την εξέγερση να συμβεί» για σκοτεινούς, κρυμμένους, πολιτικούς λόγους.

Αυτό που έχει πιο πολύ ενδιαφέρον να εξετάσει κάποιος ήταν οι τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν από τα διάφορα σώματα της αστυνομίας. Τριάντα χρόνια πριν, το 1981,  η αστυνομία είχε (ομοίως) πιαστεί απροετοίμαστη απ’ την κλιμάκωση και την αγριότητα των αρχικών «ταραχών» στο Brixton, στο Λονδίνο (τον Απρίλη) και στο Toxteth, στο Λίβερπουλ (τον Ιούλη). Παρά το γεγονός ότι εκείνη την εποχή ήταν εξοπλισμένη με μεγάλες δυσκίνητες ασπίδες, οι αρχικές τους τακτικές κατά κύριο λόγο συμπεριλάμβαναν στατικές φάλαγγες από μπάτσους που κινούνταν σιγά σιγά προς τα εμπρός με στόχο να επανακατακτήσουν γειτονιές που είχαν περάσει στον έλεγχο των εξεγερμένων. Σαν αποτέλεσμα, οι απώλειές τους από την χρήση των μολότοφ ήταν μαζικές. Η κλιμάκωση και η εξέλιξη της τακτικής αστυνόμευσης, ιδίως στο Μάντσεστερ μεταξύ της 7ης και της 9ης Ιουλίου του 1981, υπήρξε άμεσο αποτέλεσμα των “τραυμάτων” που είχε υποστεί προηγουμένως η αστυνομία και της συνειδητοποίησης της “ήττας” της κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής της στην γειτονική πόλη του Λίβερπουλ, στις ταραχές του Toxteth που είχαν προηγηθεί. Αυτές οι νέες τακτικές περιλάμβαναν την χρήση κινητών αστυνομικών μονάδων, “τάγματα συλλήψεων” και, πιο αμφιλεγόμενα, την χρήση των ημι-θωρακισμένων οχημάτων της αστυνομίας, που προσέκρουαν στα πλήθη σαν “κριάρια” υψηλής ταχύτητας, για να τα διαλύσουν. Αυτό το επιθετικό στυλ αστυνόμευσης, που δεν είχε παρατηρηθεί προηγουμένως στην ηπειρωτική Βρετανία (αν και είχε αναπτυχθεί καιρό και χρησιμοποιούταν από τις δυνάμεις ασφαλείας στη Βόρεια Ιρλανδία), υπήρξε ένας σημαντικός παράγοντας στην καταστολή των περαιτέρω ταραχών σε Moss Side και Greater Manchester κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που ακολούθησε. Η «επιτυχημένη» χρήση τους στο Toxteth αργότερα το μήνα εκείνο οδήγησε σε ένα θάνατο και πολλούς σοβαρούς τραυματισμούς διαφόρων «ταραξιών» (Σε διαδήλωση στις 28 Ιούλη του 1981, ο David Moore, ανάπηρος, χτυπήθηκε και σκοτώθηκε από βαν της στης αστυνομίας που προσέκρουσε με μεγάλη ταχύτητα στο πλήθος με σκοπό να το διαλύσει).
Τον Αύγουστο του 2011, ένα παρόμοιο μοτίβο προέκυψε, ωστόσο αυτή τη φορά η αστυνομία ήταν ήδη εξοπλισμένη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Οι αποτυχίες της να διαλύσει τα πλήθη αποτελεσματικά στο Τότεναμ και σε άλλες περιοχές του Λονδίνου το Σάββατο και την Κυριακή το βράδυ, οδήγησαν στην επιστράτευση των θωρακισμένων οχημάτων σε διάφορα σημεία στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια της τρίτης νύχτας ταραχών (Δευτέρα 8). Τα “Jankels” χρησιμοποιήθηκαν για να διασκορπίσουν τα πλήθη και να διωχθούν απ’ τις διεκδικούμενες περιοχές. Ο Βοηθός Επιθεωρητή Steve Kavanagh της Μητροπολιτικής Αστυνομίας δήλωσε: 
«Η χρήση τεθωρακισμένων οχημάτων με οδήγηση υψηλής ταχύτητας προς την κατεύθυνσης των ταραχοποιών είναι μια νέα τακτική δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ πριν. Είναι αρκετά σοκαριστικό και ίσως δύσκολο για τους ανθρώπους του Λονδίνου να αναγνωρίσουν πως αυτό είναι που χρειάζεται να κάνουμε.» 
Παρά την έλλειψη ιστορικών γνώσεων του Kavanagh, φαίνεται ότι πολλοί στην Αστυνομία αναγνώρισαν αυτές τις “παλιές τακτικές” από τη Βόρεια Ιρλανδία και τον Ιούλιο του 1981 ως τον δρόμο προς τα εμπρός.  Ο Hugh Orde, πρόεδρος του Συνδέσμου Ανωτάτων Αξιωματικών Αστυνομίας, καταθέτοντας στην Επιτροπή Εσωτερικών Υποθέσεων, δήλωσε, με μια ακρίβεια παραπάνω: 
«Οι τακτικές που βρέθηκαν να είναι αποτελεσματικές ήταν οι τακτικές χρήσεις οχημάτων. Αυτές οι τακτικές αν και δεν αποτελούν νέο φαινόμενο, τυπικά δεν υπάρχουν στο εγχειρίδιο. Δεν έχουν χρησιμοποιηθεί συστηματικά για την ηπειρωτική χώρα, ελλείψει μιας καλύτερης περιγραφής. Έχουν χρησιμοποιηθεί επανειλημμένως στη Βόρεια Ιρλανδία. Η τακτική, όμως, υπάρχει.» Συμπληρώνοντας στη συνέχεια: «Θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να χρησιμοποιηθεί, για παράδειγμα, η τακτική του οχήματος κατά πολιτικών διαμαρτυριών, εκτός αν αυτές αποδειχθούν εξαιρετικά βίαιες. Έτσι, οι τακτικές καλύπτουν μια σειρά από πράγματα, από την ειρηνική συγκράτηση πλήθους μέχρι την χρήση πλαστικών σφαιρών και κανονιών νερού».
[…]

Κονκλούζιον (;)

Αυτό το άρθρο αποπειράθηκε να καταδείξει μέσω της χρήσης διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων και της εμπειρικής γνώσης πως οι ταραχές του Αυγούστου του 2011, σε γενικές γραμμές χαρακτηρίστηκαν από την ιδιοποίηση αγαθών από μεγάλα καταστήματα λιανικής πώλησης. Αν και αρχικά “εξερράγησαν” πάνω στο γεγονός του πυροβολισμού του Mark Duggan και μιας «κοινότητα ταραχών» στο Τότεναμ, όπου ο κύριος στόχος ήταν η αστυνομία, οι ταραχές στην συνέχεια εξαπλώθηκαν γρήγορα ως “ταραχές-εμπόρευμα” σε όλο το Λονδίνο και τελικά τα μεγάλα αστικά κέντρα στην περιφέρεια του West Midlands, το Λίβερπουλ και το Μάντσεστερ. Η πρόσβαση στα social media και τα ιντερνετικά μέσα μαζικής ενημέρωσης φαίνεται να έχουν επιταχύνει τη διάδοση των ταραχών, σε σύγκριση με εκείνες τον Ιούλη του 1981. Η χωρική αναδιάρθρωση των τοπικών εμπορικών δρόμων σε πιο απομακρυσμένα πάρκα λιανικής και εμπορικά κέντρα τύπου Mall, ενθάρρυνε την κινητικότητα και την οργάνωση μεταξύ των “πλιατσικολόγων”. Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν σημαντικές “παράπλευρές απώλειες” σε σπίτια λόγω εμπρησμών, οι κύριοι στόχοι για τη συλλογική βία υπήρξαν σταθερά η αστυνομία και τα μεγάλα εμπορικά καταστήματα. Παρά το γεγονός ότι οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι προσπάθησαν να “βαφτίσουν” τα πλήθη σαν “μέλη συμμοριών” ή “εγκληματικό περιθώριο”, οι χαρακτηρισμοί αυτοί δεν υπήρξαν καθόλου σαφείς -και δεν υποστηρίζονται απ’ τα αποδεικτικά στοιχεία. Οι αποτυχίες, τέλος, της αστυνόμευσης, αν και τονίστηκαν ιδιαίτερα έντονα από τα μέσα ενημέρωσης, υπήρξαν αποτέλεσμα της έκπληξης, της έλλειψης εκπαιδευμένου προσωπικού -και όχι μια κρατική “συνωμοσία”…

{ Δεν ήταν λίγα τα τραγούδια που εκ των υστέρων πήραν έμπνευση από το κλίμα της εξέγερσης του Λονδίνου, τους μήνες που την ακολούθησαν. Το γνωστότερο, δυστυχώς, αποδείχτηκε το Ill Manors του mainstream άγγλου ράπερ Plan b. Στο συγκεκριμένο, ο Plan Β σαρκάζει τον μηντιακό λόγο απέναντι στην εξεγερμένη πολυεθνική εργατική τάξη, όπως και τους φόβους των “πλούσιων αγοριών” για τα παιδιά των γκέτο. Παρόλα αυτά, την στιγμή που η ίδια η εξέγερση λάμβανε χώρα, ο συγκεκριμένος σκληρός κυριούλης, είχε φροντίσει να νίψει τα χέρια του, τονίζοντας πως οι εκτεταμένες καταστροφές της εξέγερσης έκαναν κακό σ’ ολόκληρη την χώρα. 
Business as usual, που λένε… }