Zero Years #4 |
“Δύο χρόνια “προσφυγική κρίση”, μα τι θα ‘χαμε απογίνει χωρίς αυτήν;”
Περιεχόμενα: Κράτος- κόμμα- οικογένεια | Περί της γεωπολιτικής του ελληνικού κράτους | Αφιέρωμα: F. Taylor, H. Ford, T. Ohno στο παρελθόν και το μέλλον | Δυο χρόνια προσφυγική κρίση | Bad News (2η και εκτενής αναφορά στον πόλεμο στη Λιβύη) | Sleezy City: Ep.2: Ελληνική βιομηχανία for dummies | Περιπλάνηση στο Γκύζη Pt.3 | Welcome to the machine | Παλιά νέα απ’ το μενίδι | Americansquarepark | Pourboir | κ.α
Το Zero Years υποστηρίζει τη Λέσχη Κατασκόπων του 21ου αιώνα και τους σκοπούς της. Αν δεν βρίσκεις αυτή την έκδοση αλλού, θα την βρεις στο info/βιβλιοπωλείο της Λέσχης, Φερρών 30 και Φυλής, κάθε Πέμπτη 16.30-19.30 και κάθε Σάββατο, 12.00-16.00Θα τη βρεις, όμως, και εδώ:
στην Αθήνα: στο κάτω περίπτερο της πλατείας εξαρχείων, στο βιβλιοπωλείο Ναυτίλος και στα Αυτοδιαχειριζόμενα στέκια Αρχιτεκτονικής και Νομικής.
στην Πάτρα: αυτοδιαχειριζόμενο στέκι Ανατόπια
στη Θεσσαλονίκη: στο στέκι στη Μόδη
στα Ιωάννινα: στο Fahrenheit 451
και στο αυτόνομο βιβλιοπωλείο και αρχείο κινηματικών εντύπων Mad Marx
***
Δύο χρόνια «προσφυγική κρίση» | Τι θα ‘χαμε απογίνει χωρίς αυτήν; | (Again!)
Το ημερολόγιο δείχνει σχεδόν Ιούλιο του 2017. Δύο χρόνια πριν, τέτοιες μέρες, τα κανάλια έπαιζαν με ιδιαίτερη μονοτονία το τρίπτυχο δημοψήφισμα-«πρόσφυγες»-πυρκαγιές. Οι επαγγελματίες και ερασιτέχνες συνομωσιολόγοι ένωναν με μία τεθλασμένη γραμμή τον τσίπρα, τους «επικίνδυνους μουσουλμάνους» και τους «πληρωμένους εμπρηστές». Ο ΟΗΕ κατηγοριοποιούσε την ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα σε επίπεδο «έκτακτης ανάγκης», οι λιμενικοί έβγαιναν στα κανάλια, οι διεθνείς ΜΚΟ έρχονταν, οι ελληνικές ΜΚΟ έπιαναν δουλειά, η Ρένα Δούρου και ο Καμίνης επισκέπτονταν τους καταυλισμούς των μεταναστών/στριών στη Βικτώρια και το Πεδίο του Άρεως, οι έλληνες γίνονταν αντιρατσιστές και ‘μεις μέναμε με το στόμα ανοιχτό. Για άλλη μια φορά.
Τον Ιούλιο του 2016 η πολιτική ομάδα των Διαρρηκτ(ρι)ών κυκλοφόρησε μία αφίσα με τίτλο «Ένας χρόνος προσφυγική κρίση-Τι θα ‘χάμε απογίνει χωρίς αυτήν;». Εκεί υποστήριζε πως η επιφαινόμενη «αποτυχία» του ελληνικού κράτους καθόλου τυχαία δεν είναι. Πως η «προσφυγική κρίση» δεν είναι το τραγικό αποτέλεσμα μίας σειράς «λαθών», αλλά μια οργανωμένη κρατική στρατηγική: μία σύνθεση εργατικής και εξωτερικής πολιτικής, μία σύνθεση των προνοιακών και των στρατο-αστυνομικών μηχανισμών που ενεργοποιεί μία ολόκληρη βιομηχανία, έναν κύκλο εργασιών και προσοδικών διαδρομών που σχηματίζουν νέα μεσοστρώματα εντός και εκτός της εργατικής τάξης, επιφορτισμένα με την επιτήρηση του πολυεθνικού προλεταριάτου.
Από εκεί πιάσαμε και εμείς το νήμα. Στο τεύχος #0 ακολουθήσαμε μια μέθοδο αποδιάρθρωσης της αντίληψης των συνόρων και της λειτουργίας τους. Υποστηρίξαμε πως συνιστούν την ειδικό μέσο τς σχέση χώρου-καπιταλισμού-εργασίας, την ειδική μέθοδο κυκλοφορίας/μετακίνησης τμήματος της εργατικής δύναμης με σκοπό την παραγωγή της πολιτικής απαγόρευσης των φορεών της και της απαξίωσής της. Στην συνέχεια, προσεγγίσαμε το θεάμα και το πλήθος των στρατοπέδων συγκέντρωσης, επιστρατεύοντας τις έννοιες «φύλαξη», «έξοδα φύλαξης», «απόθεμα», «υπερσυσσώρευση αποθέματος». Δανειστήκαμε την γλώσσα του Μαρξ για τα εμπορεύματα, θέλοντας να καταλάβουμε την αιχμαλωσία χιλιάδων προλετάριων, όχι σαν έλλειμμα ανθρωπισμού ή οπισθοδρόμηση, αλλά σαν κανονική φάση της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Ξανά, με μια αναλογία: τι είναι τελικά η κρίση; Εμπορεύματα που μένουν απούλητα. Είναι η υπερσυσσώρευση αποθέματος (και όχι «περισσεύματος»!)εργατικής δύναμης, τα hotspots και τα «κέντρα φιλοξενίας» σαν στρατόπεδα ανέργων. Μιλώντας για εργασία «φύλαξης», μπορέσαμε επίσης να καταλάβουμε τους χιλιάδες εργαζόμενους της «προσφυγικής κρίσης» όχι σαν άτομα ή σύνολο καλών προθέσεων, αλλά σαν μία ποσότητα εργασίας που αναλαμβάνει την διαχείριση των ανέργων, σαν μία νέα γραφειοκρατία ελέγχου της καρδιάς της εργατικής τάξης. Χρησιμοποιώντας τον όρο «έξοδα φύλαξης», είδαμε μισθούς δίπλα σε προσόδους, κονδύλια και έκτακτες χρηματοδοτήσεις δίπλα στην κοστολόγηση της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης από το ελληνικό κράτος. Σημειώνοντας αυτές τις αφηρημένες παρατηρήσεις μπορέσαμε να υπαγάγουμε τις τις εμπειρίες και τις παραστάσεις της «προσφυγικής κρίσης» σε ένα στοιχειώδες πολιτικό σχήμα απόψεων, που να απέχει συνειδητά από την ηθική ή την ιδεολογία.
Μας λείπει (τουλάχιστον) μία ακόμη σημείωση. Μιλώντας για τον πολιτικό προσοδισμό ως στρατηγική για την διατήρηση της ταξικής ειρήνης στο εσωτερικό του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, η Αυτονομία εννοούσε το εξής: πρέπει να φανταστούμε πόλους πολιτικής/κομματικής/ θεσμικής/ –και προσθέστε ό,τι ξεχνάμε- εξουσίας και ένα σύνολο ομόκεντρων κύκλων γύρω από αυτούς, μικρότερων και μεγαλύτερων, όπου η εγγύτητα ή η απόσταση της θέσης του ατόμου από τον κάθε πόλο συνεπάγεται συγκεκριμένα οφέλη, αλλιώς προσόδους: μία θέση εργασίας, ένα κάποιο κύρος, κάποιες χρηματικές απολαβές. Αυτό είναι ένα πρόχειρο άλλα λειτουργικό σχήμα των υλικών σχέσεων των κοινωνικών ομάδων μεταξύ τους και με το κράτος τους στη άκρη της βαλκανικής χερσονήσου.
Ένα τέτοιο σχήμα υπήρξε ήδη ενεργοποιημένο από το 1991 και υποδεχόταν τους μετανάστες/στριες εργάτριες με άξονα το σύμπλεγμα της ασφάλειας και την μαύρη εργασία. Αυτό το ίδιο σχήμα διογκονώταν καθώς την περίοδο 2008-2015 τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεγάλωναν και πλήθαιναν. Με άλλα λόγια, η σύνδεση με τους μηχανισμούς της δημόσιας τάξης έπαιρνε την μορφή κάθε είδους εργολαβίας που αφορούσε τον εγκλεισμό του πολυεθνικού προλεταριάτου. Λέμε ότι η πραγματική και συμβολική έναρξη της «προσφυγική κρίσης» δεν συνιστούσε παρά την πύκνωση και την αναδιάταξη αυτού του συστήματος σχέσεων και την συμπερίληψη όλων εκείνων των «ανθρωπιστικών» οργανισμών/μηχανισμών που είχε παραγκωνίσει η εστίαση στην δημόσια τάξη.
Στα πλαίσια αυτή της διαχείρισης, ανέκυψαν ή ενισχύθηκαν διάφοροι μύθοι: ο μύθος της ανικανότητας του ελληνικού κράτους, ο μύθος της ελλειπούς χρηματοδότησης από την ΕΕ, ο μύθος του ανεξέλεγκτου των ΜΚΟ, ο μύθος της «κακής» ρατσιστικής τοπικής κοινωνίας και ο μύθος της «καλής» αντιρατσιστικής τοπικής κοινωνίας. Κι αλλιώς: «δεν υπάρχει κράτος», «δεν υπάρχουν λεφτά», «μουζάλας vs μκο», «φιλόξενη Λέσβος», «αφιλόξενη Χίος».
“Προσφυγικό: Η κακοδιαχείριση έφερε το χάος και τη σύγχυση”. Έτσι έφτασε στον ελληνικό τύπο, στις 16/03 στην Καθημερινή, η αναφορά των Daniel Howden και του Απόστολου Φωτιάδη: πρόκειται για ένα άρθρο τουrefugeesdeeply με τίτλο The Refugee Archipelago: The Inside story of what went wrong in Greece, και ημερομηνία δημοσίευσης 6/3.Οι συγγραφείς του είναι δημοσιογράφοι και συμπαθούν τις ΜΚΟ. Ωστόσο, αποκαλύπτουν ένα σύνολο από χειρισμούς και αποφάσεις του ελληνικού κράτους και όχι μόνο, ικανές να μας βοηθήσουν. Παρακάτω, ακολουθούν σε δική μας μετάφραση επιλεγμένα αποσμάσματα του κειμένου. Αμέσως μετά θα καταστρώσουμε διάφορα παλιά και νέα συμπεράσματα.
Μια σειρά από γεγονότα, τα οποία ξεκίνησαν με την μαζική εισροή προσφύγων στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 2015 και κλιμακώθηκαν με την δημοσίευση της φωτογραφίας του πνιγμένου Aylan Kurdi, αφύπνισαν τον κόσμο σε σχέση με την προσφυγική κρίση. Το αποτέλεσμα αυτής της αφύπνισης ήταν να μετακινηθεί το ανθρωπιστικό δίκτυο προς την Ελλάδα, ανακατευθύνοντας πόρους από τον αναπτυσσόμενο κόσμο στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ταυτόχρονα, ώθησε έναν πρωτοφανή αριθμό εθελοντών να έρθουν στην χώρα, οδήγησε την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης μέσα στην Ε.Ε. και την ίδια την Ε.Ε να προωθήσει την δική της ανθρωπιστική απάντηση για πρώτη φορά μέσα στην Ευρώπη. Στην πορεία, σύμφωνα με διάφορους ειδικούς των ανθρωπιστικών κρίσεων, αποδείχτηκε η πιο ακριβή ανθρωπιστική απάντηση στην ιστορία, με κριτήριο το κόστος ανά δικαιούχο.
Το ακριβές ποσό των χρημάτων που έχει δαπανηθεί για την Ελλάδα από την Ε.Ε. είναι υπολογίσιμο αλλά όχι αναλυμένο. Το Refugees Deeply έχει υπολογίσει πως -μαζί με τις ιδιωτικές χορηγίες- 803 εκ. δολάρια έχουν φτάσει στην Ελλάδα από το 2015.
Οι μεγαλύτερες δεξαμενές χρήματος ελέγχονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το εκτελεστικό όργανο της Ε.Ε, το οποίο και επιβλέπει το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (ΤΑΜΕ) και το Ταμείο εξωτερικών συνόρωνΕσωτερικής Ασφάλειας, τα οποία μαζί έχουν κατευθύνει 541 εκ. δολάρια στις ελληνικές χρηματοδοτικές ανάγκες. Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση στην Ελλάδα δεν κατάφερε να απορροφήσει σημαντικά ποσά από αυτές τις χρηματοδοτήσεις, απαιτώντας την χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης από την Επιτροπή, χρηματοδότηση που διοχετευότανμέσω από άλλες οδούς.
Σύγχυση ως προς το ακριβές μέγεθος των χρηματοδοτήσεων έχει προκαλέσει μέσω των υπερβολικών δηλώσεων του και ο ίδιος ο Επίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών υποθέσεων και Ιθαγένειας, Δημήτρης Αβραμόπουλος, ο οποίος έχει αναφερθεί πολλές φορές σε ποσά που ξεπερνούν το ένα δισεκατομμύριο (1.06 δις δολάρια). Το ποσό αυτό, φαίνεται να αφορά όλα τα διαθέσιμα και θεωρητικά ενεργά ταμεία, και όχι τι έχει όντως κατατεθεί ή δαπανηθεί.
Ωστόσο, το ποσό των 803εκ. δολαριών συνιστά την ακριβότερη ανθρωπιστική ανταπόκριση στην ιστορία. Υπό την προϋπόθεση ότι τα χρήματα αυτά αφορούν το σύνολο των 1.03 εκατομμυρίων ανθρώπων που εισήλθαν στην Ελλάδα από το 2015, το κόστος ανα δικαιούχο ισούται με 780 δολάρια για κάθε πρόσφυγα. Όμως, επειδή, ο κύριος όγκος αυτών των χρηματοδοτήσεων αφορούσε τις ανάγκες όσων παρέμειναν στην Ελλάδα μετά το κλείσιμο των συνόρων, το κόστος ανα δικαιούχο φτάνει τα 14.088 δολάρια.
[…]
Για τις οργανώσεις εκείνες που δραστηριοποιούνταν ήδη αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, η ξαφνική άφιξη [διεθνών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων] ήταν ταυτόχρονα ευπρόσδεκτη αλλά και αποσταθεροποιητική. Η Μετάδραση, μία ελληνική ΜΚΟ, γνωστή για το πλήθος των δράσεων της, από την εκπαίδευση και την παροχή διερμηνέων ως την υπηρεσία βασικών αναγκών, είδε μεγαλύτερους “νέους παίκτες” να πλησιάζουν το έμπειρο προσωπικό της προσφέροντας πολύ μεγαλύτερους μισθούς.
Η διευθύντρια της Μετάδρασης, Λώρα Παππά, πιστεύει πως η τεράστια εισροή χρήματος μετέτρεψε τους πρόσφυγες σε “εμπορεύματα” και ενθάρρυνε τις βραχυπρόθεσμες λύσεις. “Αυτοί [οι διεθνείς ΜΚΟ] κοιτούσαν πως θα δείξουν μια παρουσία στην Ελλάδα. Αυτό οδήγησε στο να χαραμίσουμε την ευκαιρία να ξοδευτούν τα χρήματα παραγωγικά”. Συμπεραίνει με πικρία πως “μερικές φορές τα χρήματα κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό”.
[…]
H απόφαση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ να χαρακτηρίσει την κατάσταση στην Ελλάδα ως κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην κλίμακα ανθρωπιστικής απόκρισης μετέτρεψε ένα πεδίο των “μετόπισθεν” σε κεντρικό κόμβο δράσης [για τις ανθρωπιστικές οργανώσεις]. Μια υπηρεσία [της Ύπατης Αρμοστείας] με περίπου δώδεκα υπαλλήλους που χονδρικά ήταν αρμόδια για την επιτήρηση κάποιων εργολαβικών συμβασιούχων της ελληνικής Υπηρεσίας Ασύλου ξαφνικά γιγαντώθηκε. Η ομάδα της ΥΑ στην Ελλάδα έφτασε τους 600 υπαλλήλους σε δώδεκα διαφορετικά γραφεία. Περίπου το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού αποτελείται από διεθνές προσωπικό.
Οι περισσότεροι Έλληνες δουλεύουν για λιγότερα από 800 ευρώ το μήνα, ενώ το εθνικό προσωπικό της ΥΑ έχει συμβόλαια με παραπάνω από τον διπλάσιο μισθό. Το διεθνές προσωπικό της ΥΑ πληρώνεται τρεις φορές παραπάνω από τους έλληνες συνεργάτες. Η Φωτεινή Ράντσιου, μέλος του προσωπικού του ΟΗΕ που πήρε άδεια από τον οργανισμό για να προσφέρει εθελοντικές υπηρεσίες στην πατρίδα της, αναφέρει πως οι εντάσεις μεταξύ του εθνικού και του διεθνούς προσωπικού καθιστούσαν ιδιαίτερα πολύπλοκες τις σχέσεις εντός της υπηρεσίας. Υποστηρίζει πως τα ντόπια μέλη του προσωπικού είχαν περιθωριοποιηθεί και αντιμετωπίζονταν υποτιμητικά από τους νεοφερμένους διεθνείς υπαλλήλους.
[…]
Eνας υψηλά ιστάμενος Έλληνας αξιωματούχος αναφέρει πως είχε διακρίνει μια “αποικιακή λογική” στην συμπεριφορά των μελών διεθνών ΜΚΟ που απολάμβαναν έναν μισθό που αντιστοιχούσε σε πιο σκληρές συνθήκες ενώ δούλευαν σε ένα πολύ πιο άνετο περιβάλλον:” Ήταν ωραίο να δουλεύεις σε μια χώρα με καλά εστιατόρια και άνετα κρεβάτια, και να πληρώνεσαι σα να δουλεύεις στη Σομαλία”. Διάφοροι αξιωματούχοι υπηρεσιών ανθρωπιστικής βοήθειας είπαν στο Refugees Deeply ότι οι έλληνες Υπουργοί ξεκινούσαν πάντοτε τις κοινές τους συναντήσεις υπενθυμίζοντάς τους ότι “δεν βρίσκονται στην Σομαλία” και ότι η Ελλάδα είναι κράτος με δική της κυβέρνηση, νόμους και θεσμούς.
Tο αίσθημα δυσαρέσκειας τροφοδοτείτο και από το γεγονός ότι η διαθέσιμη χρηματοδότηση κατευθυνόταν στις διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις και όχι στην ελληνική διοίκηση. Αυτό ήταν τελικά καταστροφικό, σύμφωνα με τους διπλωμάτες, του έλληνες αξιωματούχους και τους υπαλλήλους ανθρωπιστικής βοήθειας, καθώς η κυβέρνηση, τελικά, είχε την αρμοδιότητα του συντονισμού των δράσεων και της τελικής έγκρισης των σχεδιασμών.
[…]
Η στρατηγική του αρχιπελάγους [των κέντρων κράτησης, των καταυλισμών, των δομών φιλοξενίας], ενώ είχε το πλεονέκτημα της αποφυγής της γκετοποίησης των προσφύγων, προκάλεσε ένα διοικητικό και οικονομικό βάρος που η δυσκίνητη συμμαχία της ελληνικής κυβέρνησης και των διεθνών οργανώσεων δεν μπορούσε να σηκώσει. Αποκαλύφθηκε επίσης η σκανδαλώδης απουσία μιας λειτουργικής ιεραρχικής αλυσίδας.
Ρωτήστε πόσα ακριβώς στρατόπεδα προσφύγων υπάρχουν στην Ελλάδα και κανένας δεν θα βρεθεί να σας απαντήσει με σιγουριά. Το Υπουργείο Μετανάστευσης έχει καταμετρήσει 39 στρατόπεδα, κάποια από τα οποία είναι άδεια- άλλα είναι αδρανή και άλλα βρίσκονται σε στάδιο σχεδιασμού ενώ δεν εμφανίζονται στην σχετική λίστα. Η ΥΑ υποστηρίζει ότι υπάρχουν περισσότερα από 50, ενώ δεν μπορεί να μας δώσει έναν συγκεκριμένο αριθμό.
[…]
Στο τέλος της άνοιξης του 2016, οι μεγαλύτερες διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις σχεδίαζαν τον εκχειμωνισμό των καταυλισμών και οι δωρητές απελευθέρωναν κεφάλαια. Μια γερμανική ΜΚΟ, ονόματι Arbeiter–Samariter–Bund, κατέθεσε μια πρόταση για την μετατροπή της αποθήκης της Softex σε ένα οργανωμένο camp, χωρητικότητας 1500 ατόμων, με θερμαινόμενα και υδροδοτούμενα container, κόστους 1,6 εκ.. Κατόπιν διμερούς συμφωνίας με το γερμανικό κράτος για την χρηματοδότηση της ανακατασκευής ενός χειμερινού στρατοπέδου, η πρόταση εστάλη στο ελληνικό υπουργείο μετανάστευσης.
Αντί να συμφωνήσουν, όμως, και να επιτρέψουν την έναρξη των εργασιών, οι Έλληνες απάντησαν με μια αντιπρόταση κόστους 8 εκατομμυρίων ευρώ. Όταν οι δωρητές και οι οργανώσεις απάντησαν πως αυτή είναι μια εξωφρενική πρόταση που δεν μπορεί να υλοποιηθεί, ο Μουζάλας αρνήθηκε να διαπραγματευεί οποιοδήποτε συμβιβασμό. Σε μία επιστολή με ημερομηνία 07/07/2016 το Υπουργείο έγραψε στην γερμανική ΜΚΟ πως “ τα σχέδια μας για την Softex δεν πρόκειται να αλλάξουν” και συνεπώς η πρότασή της απορρίφθηκε.
[…]
Tον Ιούλιο του 2016 ο υφιστάμενος του Μουζάλα στο υπουργείο, Κ. Βουδούρης, ολοκλήρωσε μια αξιολόγηση των καταυλισμών και πρότεινε το κλείσιμο μίας σειράς στρατοπέδων, συμπεριλαμβανομένων των αποθηκών [σ.σ. αναφέρεται στις αποθήκες της Softex, στο Ωραιόκαστρο και άλλες ιδιωτικές εκτάσεις στην Βόρεια Ελλάδα που χρησιμοποιήθηκαν για την στέγαση των μεταναστ(ρι)ών μετά την εκκένωση της Ειδομένης]. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο συνολικός αριθμός θα μειωνόταν από 39 σε 24 camps. Τα πορίσματα της έκθεσης υποστηρίζονταν, επίσης, από το τεχνικό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Πόλιτικής Προστασίας και Ανθρωπιστικής Βοήθειας [ECHO]ΣΤΜ και από την ΥΑ.
Ωστόσο, το σχέδιο των 24 camps απορρίφθηκε από τον Μουζάλα, που διατεινόταν ότι χρειάζονται περισσότερα όχι λιγότερα camps. O Βουδούρης παραιτήθηκε λίγο αργότερα. Τα επαναλαμβανόμενα αιτήματα από αξιωματούχους της ΕΕ και του ΟΗΕ για ένα κεντρικό πλάνο που θα όριζε ποιοι χώροι πρέπει να κατασκευαστούν και ποιοι πρέπει να τεθούν σε προτεραιότητα απαντούνταν πάντοτε με την αποστολή της ίδιας λίστας των 39 camps.
“Για του σκοπούς του γενικού σχεδιασμού θα ήταν χρήσιμο να έχουμε μια τελική λίστα των διαφορετικών κατηγοριών [στρατοπέδων] μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, μια λίστα που θα υποδείκνυε ποιοι χώροι θα είναι μακροπρόθεσμης λειτουργίας, ποιοι θα έκλειναν πριν τον χειμώνα και ποιοι θα έπρεπε να προετοιμαστούν για τον χειμώνα”, αναφέρει ο επικεφαλής αξιωματούχος της ΥΑ στην Ελλάδα, Giovanni Lepri. […]
Την ίδια στιγμή, οι εθελοντές, οι υπάλληλοι των οργανώσεων, οι διπλωμάτες και οι ίδιοι οι πρόσφυγες είχαν απηυδίσει από την ανικανότητα του Υπουργείου να διορίσει διευθυντές στρατοπέδων. Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία οι επικεφαλής των στρατοπέδων θα βρίσκονταν στο προσωπικό της γενικής γραμματείας του Βουδούρη, υπηρεσία την οποία είχε παραγκωνίσει και αρνηθεί να στελεχώσει ο υπουργός.
Στη θέση αυτής της ανύπαρκτης διοικητικής ιεραρχίας, λειτουργούσε ένα κατα περίπτωση σύστημα, όπου σε κάποιους χώρους οι διευθυντές διορίζονταν από το Υπουργείο, ενώ σε άλλους διοικούνταν από τον στρατό ή τις ΜΚΟ. Σε κάποιες περιπτώσεις, στρατιωτικοί, τοποθετημένοι σε χώρους με την αρμοδιότητα της κατασκευής τους, παρέμεναν στις θέσεις τους καθώς το Υπουργείο αμελούσε να τους αντικαταστήσει. Στο χάος που ακολούθησε, σε κάποια στρατόπεδα στα βόρεια βρίσκονταν “περισσότεροι υπάλληλοι ανθρωπιστικής βοήθειας παρά πρόσφυγες” σύμφωνα με έναν Ευρωπαίο διπλωμάτη που παρακολουθούσε τις δράσεις τους. Στα Διαβατά, ένα από τα πρώτα κέντρα, που στήθηκε σε παλιό οχυρό του ελληνικού στρατού στην Βόρεια Ελλάδα, δραστηριοποιούνταν 40 ΜΚΟ. Σε άλλα στρατόπεδα, όπως ανακάλυψε ο διπλωμάτης, “μπορεί να έκαναν μαθήματα yoga ενώ δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα”.
(Συνέχεια στην έντυπη έκδοση)