Η αισιοδοξία των ημερών // Νομοσχέδιο για τους μπάτσους του μέλλοντος // Ευρωεκλογές: Δεξιά, όλο και πιο δεξιά // Αντιμνημονιακά φυντάνια: Ο κύριος Οδυσσέας // Εγκιβωτισμένες (και γυμνές) ζωές // Λένε // Ιερά ακίνητα: Βατικανό αλά ελληνικά // AntifaLive: στο Παπουτσάδικο (και σε κάθε γειτονιά) // Blues και hip hop // Πληθυσμοί υπό πολιορκία // Ιπποπόταμοι στη Μαύρη θάλασσα

+ ένθετο: η Rote Flora, οι μετανάστες και η ομάδα Lampedusa


*Το antifa BARRICADA θα το βρεις σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, στο βιβλιοπωλείο του Ναυτίλου (σόλωνος και χ. τρικούπη), στον χώρο της ελευθεριακής κουλτούρας (ερεσσού και μπενάκη), στα βιβιλιοπώλεια solaris και ελεύθερος τύπος (κέντρο αθήνας) και στα περίπτερα της πλατείας εξαρχείων (στουρνάρη και σπ. τρικούπη) και της πλατείας κάνιγγος (στην αρχή της ακαδημίας).

Για επικοινωνία ή παραγγελίες: barricadamag@yahoo.gr

Hαισιοδοξία των ημερών

Η Αθήνα απέχει από το Κίεβο 2099 χιλιόμετρα. Σχεδόν οκτακόσια λιγότερα απ’ ότι το Παρίσι, που απέχει 2871 χιλιόμετρα. Όμως αυτή, η πρώτη χιλιομετρική απόσταση μοιάζει διπλάσια και τριπλάσια, σχεδόν εξωπραγματική. Μεσολάβησαν πολλά χρόνια ιδεολογικής -και όχι μόνο- δουλειάς για να γίνει αυτό εφικτό. Για να γίνει σαφές πως πέρα απ’ ό,τι προσδιορίζεται σαν πρώτος κόσμος, δεν υπάρχει τίποτα που να μας αφορά, τίποτα που να αξίζει την προσοχή μας. Εκεί, κάπου μακριά, πάντα κατοικούσαν οι Άλλοι. Αυτοί που βρίσκονταν πίσω από το ψυχροπολεμικό τείχος, αυτοί που στερούνταν δημοκρατικών θεσμών, αυτοί που αποτελούσαν ένα βίαια δομημένο παζλ διαφορετικών εθνοτήτων· που μοιραία και αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα διαλυόταν στα «εξ ων συνετέθη».

Αυτή η κυρίαρχη αντίληψη αποτέλεσε μέτρο σύγκρισης και ερμηνευτικό μοντέλο για δεκαετίες ολόκληρες. «Γεωγραφικές διαφορές», «θρησκευτικές ιδιαιτερότητες», «εθνικιστικά μίση», κάθε λογής στερεότυπα επιστρατεύτηκαν από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς των δυτικών κοινωνιών για να μείνει στο σκοτάδι το προφανές: πως σήμερα στην Ουκρανία, χτες στη Λιβύη και τη Συρία και κάπως παλιότερα στη Γιουγκοσλαβία*, διαδραματίστηκαν και διαδραματίζονται επεισόδια του 4ου Παγκόσμιου Πόλεμου.

Είναι διπλά λειτουργική αυτή η παραχάραξη. Από τη μία, στο βαθμό που οι αιτίες κάθε στρατιωτικής αντιπαράθεσης και κάθε εμφυλίου αποδίδονταν στα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε περίπτωσης, τα δυτικά αφεντικά μπορούσαν να συνεχίζουν ανενόχλητα τις δουλειές τους. Από την άλλη, αυτή η εξήγηση απάλλασσε ουσιαστικά από οποιαδήποτε ευθύνη και όλους εκείνους που τουλάχιστον για πολιτικούς λόγους, θα έπρεπε να πάρουν θέση για όσα συνέβαιναν. Κι έτσι ενώ το αίμα των Άλλων έρεε σε κάθε γωνιά του πλανήτη, οι δυτικές κοινωνίες συνέχιζαν να τρέφονται με μουχλιασμένα όνειρα κι αρρωστημένες ονειρώξεις. Με την ελπίδα -και αυταπάτη- πως αυτά τα αίσχη, αυτά τα εγκλήματα, δε θα διαβούν ποτέ το δικό τους κατώφλι. Δεν άκουσαν ούτε κατά τύχη τα πολεμικά αεροσκάφη που απογειώνονταν με τις εθνικές τους σημαίες στα φτερά τους. Δεν είδαν ποτέ τις δολοφονίες που διέπρατταν τα δικά τους παιδιά. Δεν πρόσεξαν πως ακόμη κι έξω από τις πολιτισμένες πόρτες τους, παρέλαυναν φασίστες και πάνοπλοι μπάτσοι και χτίζονταν στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όλα αυτά -εντός κι εκτός των συνόρων- πέρναγαν και περνάνε σχεδόν απαρατήρητα. Και δυστυχώς δεν είναι απλά πολιτικός καιροσκοπισμός. Είναι κάτι χειρότερο. Είναι η αλλοτρίωση στη νιοστή δύναμη, είναι η αφασία ως κοινωνικό φαινόμενο. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός πως ενώ η θέση μας σαν εργάτες αντικειμενικά διαρκώς δυσχεραίνει, γίνονται σχέδια επί σχεδίων και ασκήσεις επί χάρτου, με φόντο μια αριστερή διακυβέρνηση; Πόσο διαφορετικά να ερμηνευθεί το ότι ακόμη και μέσα σ’ αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, αναγγέλονται νίκες επί νικών και θρίαμβοι επί θριάμβων. Όπου άλλοι μοιράζουν υπουργεία και γενικές γραμματείες, άλλοι μετράνε ψήφους και επιρροές μέσα στους ασφαλείς δοκιμαστικούς σωλήνες κομματικών οργανώσεων, και άλλοι -οι περισσότεροι- αισιοδοξούν με το τίποτα, με αέρα κοπανιστό, με την κούφια προσδοκία του «κάτι να γίνει», «κάτι ν’ αλλάξει». Αυτά τα καθ’ όλα νοσηρά φαινόμενα είναι κάτι χειρότερο από «παρηγοριά στον άρρωστο». Είναι η πιο τρανή απόδειξη πως όσο πιο δύσκολα θα γίνονται τα πράγματα, τόσο πιο εύκολα θα γίνονται πιστευτές οι οποιεσδήποτε βλακείες. Κι όσο αδυνατούμε να οργανωθούμε σαν τάξη, τόσο πιο απαραίτητοι θα γίνονται οι κάθε λογής -ακόμη και φασίστες- μεσσίες.

Αυτά τα δεδομένα, κοιτάζοντας την Ουκρανία, αποκτούν μια τραγική βαρύτητα. Έχει κανείς αμφιβολία πως δεν υπήρξαν χιλιάδες -και εκεί- που συνέρρευσαν στην πλατεία Ανεξαρτησίας στο Κίεβο ενάντια σ’ έναν μαφιόζο-φασίστα πρόεδρο, πιστεύοντας πως «κάτι θα γίνει»; Έχει κανείς την αυταπάτη πως πλάι σ’ αυτούς δεν υπήρξαν επίσης εκατοντάδες φασίστες, που ακόμη κι αν δε γνώριζαν «τι θα γίνει», ήταν αποφασισμένοι να επιβάλλουν αυτό που «έπρεπε να γίνει»; Και κατάφεραν -με τα όπλα στα χέρια- να μπουν και επίσημα πλέον στο ουκρανικό κοινοβούλιο… Όχι, αν είναι να υποτιμήσει κανείς τους ουκρανούς ας το κάνει για οποιονδήποτε άλλο λόγο. Αλλά μην πει πως αυτοί «δεν κατάλαβαν τι συνέβαινε». Γιατί αν πει αυτή την κουβέντα, θα πρέπει την ίδια στιγμή να πει και μια γνώμη για αυτό που ήδη συμβαίνει όχι εκεί αλλά εδώ, μπροστά στα μάτια του. Που αφενός είναι βαρύ κι ασήκωτο, αφετέρου δεν έχει και πολύ μεγάλες διαφροές με την εκεί πραγματικότητα.

Δύσκολοι καιροί για πρίγκηπες μεγαλωμένους στα πούπουλα. Αλλά η ιστορία δεν είναι κουτί με γλυκίσματα. Είναι χολή και σκέτο φαρμάκι… Και η Ουκρανία, η κάθε κοντινή και μακρινή Ουκρανία, το γνωρίζει αυτό πολύ καλά.

* Μάρτιο μήνα πάλι, αλλά 21 χρόνια πριν, ο πρόεδρος της Βοσνίας Ερζεγοβίνης Αλία Ιζετμπέκοβιτς, ανακήρυξε την ανεξαρτησία της χώρας του. Η Σερβία, καθώς και η πλειοψηφία των χωρών της Δύσης, δεν την αναγνώρισε και ξεκίνησε ο πόλεμος, που κράτησε τρία ολόκληρα χρόνια και είχε σαν αποτέλεσμα εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς Βόσνιους.