Project Description

Η μπροσούρα παρουσιάστηκε στην ομότιτλη εκδήλωση-συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στις 10/5/’23 στην Κ17.

antifa lab

Κυκλοφορεί η μπροσούρα «όλοι μας μισούμε την αστυνομία (οι μπάτσοι, ο ρατσισμός, το έγκλημα – κι εμείς)».
Η μπροσούρα παρουσιάστηκε στην ομότιτλη εκδήλωση-συζήτηση που διοργάνωσε η συνέλευση του Antifa Lab στις 10/5/’23 στην Κ17.

Θα την βρεις σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις, καθώς και στο βιβλιοπωλείο των εκδόσεων των συναδέλφων.

Επίσης, μπορείς να στείλεις mail εδώ: antifalab@yahoo.gr.

Αποσπάσματα:

“Η δολοφονία του Κώστα Φραγκούλη τον Δεκέμβρη του 2022 ήταν η δεύτερη δολοφονία τσιγγάνου από σφαίρες μπάτσων μέσα στον ίδιο χρόνο, καθώς είχε προηγηθεί αυτή του Νίκου Σαμπάνη τον Οκτώβριο του 2021 στο Πέραμα. Και οι δύο περιπτώσεις είχαν κοινά χαρακτηριστικά και συνέβησαν με πανομοιότυπο τρόπο (μικροπαράβαση, καταδίωξη, πυροβολισμοί παρότι τα θύματα ήταν άοπλα). Απ’ ό,τι φαίνεται οι μπάτσοι δεν το έχουν σε πολύ να σηκώνουν το όπλο και να ανοίγουν πυρ, καθώς αυτά είναι μόνο δύο από τα σχετικά σκηνικά τα οποία πήραν διαστάσεις επειδή κατέληξαν σε θανάτους.

Η συζήτηση που κυριάρχησε στο καθεστωτικό μηντιακό τοπίο αλλά και στον λόγο της αριστεράς είχε πολλές δόσεις από «εκδημοκρατισμό» της αστυνομίας, καλύτερα εκπαιδευμένους μπάτσους με ψυχολογικά τεστ, λιγότερο οπλισμό, λιγότερη αυθαιρεσία και περισσότερη «ευαισθησία» στις ζωές των ρομά, ενώ παράλληλα ακούγαμε και τις παραδοσιακές δεξιές κραυγές της τάξης και της ασφάλειας σε στιλ «να φάνε και καμιά σφαίρα να ηρεμήσουνε».

Πέρα από τα προφανή ρατσιστικά κίνητρα του μπάτσου που πυροβόλησε υπάρχουν κάποια πραγματάκια που μας κάνουν να θέλουμε να πάμε λίγο παραπέρα και να δούμε τι συμβαίνει πίσω από αυτά τα «μεμονωμένα» περιστατικά. Γιατί, ας πούμε, οι μπάτσοι ήταν μέσα στο βενζινάδικο όταν συνέβη η κλοπή; Και γιατί αμέσως μόλις έγινε γνωστό το δολοφονικό χτύπημα εναντίον του Κώστα Φ. ξεκίνησαν ευρείες αστυνομικές επιχειρήσεις σε καταυλισμούς τσιγγάνων με στόχο την «πρόληψη και καταπολέμηση της εγκληματικότητας»;”

[…]

“Δεν είναι τυχαίο που κάθε φορά που κάτι συμβαίνει προκύπτει από δεξιά και αριστερά το ζήτημα της ενσωμάτωσης. Το ξαναλέμε: ο ρατσισμός δεν είναι τίποτα άλλο από τα υλικά συμφέροντα των ρατσιστών, των μικρών και των μεγάλων αφεντικών μας. Η αδυναμία ή άρνηση αφομοίωσης τίθεται στη βάση της κατασκευής μιας «ασυγκέραστης» διαφοράς. Η συγκρότηση της ταυτότητας του «απροσάρμοστου γύφτου» δημιουργεί τις (υλικές και ιδεολογικές) προϋποθέσεις για την επίβλεψη και επιτήρησή του. Οι τσιγγάνοι που μαζεύουν σίδερα, οι τσιγγάνες που πουλάνε λουλούδια, τα τσιγγανάκια που τριγυρίζουν στους δρόμους είναι φιγούρες που «εξακολουθούν να κινούνται “παραδοσιακά” εκτός χώρων και χρόνων εργασίας. […] ενώ τα τριτογενοποιημένα σώματα του πρώτου κόσμου βρίσκονται σε κατάσταση χρονικής υπερέντασης, τα αντίστοιχα των προλετάριων […] εξακολουθούν να καταλαμβάνουν δημόσιο χώρο. Aυτό ακριβώς το τελευταίο “μετατρέπεται” σε “πρόβλημα δημόσιας τάξης”! Oλόκληρο το ρεπερτόριο της περιβόητης “μηδενικής ανοχής” σ’ αυτό ακριβώς εστίασε: στο – κυνήγι – εκείνων – που – “δεν έχουν δουλειά” – στους – δημόσιους – χώρους· τους χώρους που αποτελούν είτε προορισμούς είτε διασυνδέσεις μεταξύ προορισμών για την οικονομία των ορθά τριτογενοποιημένων κυβερνοσωμάτων και κυβερνοσυμπεριφορών. Kαι το κυνήγι συνεχίζεται.”

[…]

“Τα πρατήρια βενζίνης αποτελούν έναν στρατηγικό κόμβο για το ελληνικό κράτος. Αυτό μπορεί να φανεί από το έντονο κρατικό ενδιαφέρον «για την αισχροκέρδεια» στην τιμή της βενζίνης που έχει οδηγήσει «στους περισσότερους ελέγχους στην ιστορία του ελληνικού κράτους», ως και τις προσπάθειες να γίνει το ελληνικό οικόπεδο «ενεργειακό hub στρατηγικής σημασίας» για ολόκληρη την ανατολική μεσόγειο. Η «ενεργειακή κρίση», ένα ακόμα σχέδιο των αφεντικών μας σε ένα περιβάλλον παγκοσμίου πολέμου, έχει βάλει τα καύσιμα σε μία θέση ακόμα πιο κομβική από πριν. Χαρακτηριστικό τμήμα αυτής της διαδικασίας είναι η διαρκής μέριμνα του ελληνικού κράτους να καταγράφει τους εθνικούς ενεργειακούς πόρους.

Από δίπλα ακριβώς, το λαθρεμπόριο καυσίμων έχει αυξήσει κατακόρυφα τις δουλειές του γράφοντας συνεχώς μεγαλύτερους τζίρους. Σύμφωνα με σχετικά άρθρα του περασμένου Ιούλη, η αύξηση των κερδών από αυτή τη δραστηριότητα του οργανωμένου εγκλήματος έχει αυξηθεί κατά 80% και τα οποία «ίσως υπερβαίνουν τα 350-400 εκατ. ευρώ ετησίως» (από τότε, φανταζόμαστε, αυτή η τιμή έχει πάει προς τα πάνω). Είναι, άλλωστε, και ένας τομέας της μαύρης οικονομίας που ανέβηκε κατακόρυφα «λόγω κόβιντ». Τί πιο σύνηθες να συμβεί, θα έλεγε κανείς· ας δούμε για παράδειγμα την σχετική αναφορά από Τα Νέα: «Πρόκειται για μια ενασχόληση που θεωρείται η πλέον δημοφιλής στον χώρο της ελληνικής μαφίας, αφού η προστασία νυχτερινών κέντρων λόγω και της πανδημίας δεν απέφερε σημαντικά έσοδα στους κακοποιούς».”

[…]

“Με αυτά τα δεδομένα το λαθρεμπόριο καυσίμων, που αναφέραμε προηγουμένως, δεν είναι απλά μία εγκληματική διαδικασία που ανθίζει. Είναι ένα αναδυόμενο κομμάτι της κρατικά ελεγχόμενης και ζωτικής για το καπιταλιστικό κράτος μαύρης οικονομίας που καίει. Έτσι, οι προ εξαμήνου δηλώσεις «αξιωματούχου των ελεγκτικών αρχών για τη νοθεία καυσίμων», που παρατηρεί ότι «φαίνεται να έχουν αναπτυχθεί ύποπτες σχέσεις με πρώην και νυν αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ., όπως και με άλλους κρατικούς υπαλλήλους» με τα «κυκλώματα λαθρεμπορίου καυσίμων», δεν πρέπει να μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το κράτος προσπαθεί να καταπολεμήσει κάποια «μάστιγα»· αντίθετα, πρέπει να μας δείχνει ότι βρίσκεται σε μία διαδικασία ελέγχου της, η οποία μέσα της έχει και ξεκαθαρίσματα, έχει και αναδιαρθρώσεις. Κουμάντα κατά τα οποία οι μπάτσοι είναι στην εμπροσθοφυλακή, είτε παίρνουν τη μορφή «υπερασπιστών της νομιμότητας» είτε αυτή των «διεφθαρμένων» – «dirty cops» που λένε και στις αμερικάνικες ταινίες.”

[…]

“Στις μέρες της νέας κανονικότητας, οι μπάτσοι μας μετράνε συνεχώς. Δεν είναι μόνο οι μπάτσοι που βλέπουμε μπροστά μας κάθε μέρα και νύχτα – και που φαίνονται διαρκώς περισσότεροι. Είναι και αυτοί που δεν βλέπουμε: ψυχολόγοι, στατιστικολόγοι, εγκληματολόγοι, κοινωνιολόγοι, δημοσιογράφοι του αστυνομικού ρεπορτάζ, αναλυτές data και ούτω καθεξής. Η στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας στις εποχές της νέας κανονικότητας σημαίνει πως ολόκληρο το φάσμα της κοινωνικής ζωής πρέπει να βρίσκεται κάτω από τον αστυνομικό φακό. Και αυτό είναι κάτι φτιαγμένο για να περνά απαρατήρητο∙ θυμηθείτε, για παράδειγμα, την υπόθεση της Κάρολαϊν Κράους: σύμφωνα με όσα διαβάσαμε εκείνες της ημέρες, η αστυνομία εξιχνίασε το έγκλημα χάρις στην ερμηνεία και την αξιολόγηση δεδομένων προερχόμεων από το έξυπνο ρολόι του μαλάκα πιλότου. Τέτοιες στιγμές εκλάμψεων φωτίζουν τους τρόπους με τους οποίους η (εθελούσια) διαρκής αυτοκαταγραφή έχει, πολλές φορές, τελικό αποδέκτη τα γραφεία της αστυνομίας.”

Μοίρασέ το!

όλα
αφίσες
αυτοκόλλητα
έντυπα
εκδηλώσεις
διάφορα
μηνύματα σε τοίχους
τρυκάκια